Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

Γιὰ τὸν θάνατο. Metropolitan Anthony Bloom .

 Νὰ ζοῦμε τὴν κάθε στιγμὴ

Ὁ θάνατος εἶναι τὸ κριτήριο ποὺ δοκιμάζει τὴ στάση μας γιὰ τὴ ζωή. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ φοβοῦνται τὸν θάνατο, φοβοῦνται τὴ ζωή. Εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν αἰσθάνεται κανεὶς φόβο γιὰ τὴ ζωὴ μὲ ὅλη τὴν πολυπλοκότητα καὶ τοὺς κινδύνους της, ἀλλὰ νὰ φοβᾶται τὸν θάνατο. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο δὲν εἶναι πολυτέλεια ν’ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὸ ζήτημα τοῦ θανάτου. Ἐὰν μᾶς τρομάζει ὁ θάνατος δὲν θὰ βροῦμε ποτὲ τὴν ἑτοιμότητα νὰ ἀναλάβουμε μία διακινδύνευση, ἀλλὰ θὰ σπαταλήσουμε τὴ ζωή μας μὲ δειλό, περιδεῆ καὶ φοβισμένο τρόπο. Μόνο ἐὰν μάθουμε ν’ ἀντιμετωπίζουμε τὸν θάνατο, ἐὰν βροῦμε τὸ νόημά του καὶ καθορίσουμε τὴ θέση του στὴ ζωή μας, θὰ μπορέσουμε νὰ ζήσουμε ἄφοβα καὶ μὲ πληρότητα. Συχνὰ περιμένουμε νὰ φθάσουμε στὸ τέλος τῆς ζωῆς μας γιὰ νὰ σκεφθοῦμε τὸν θάνατο, ἐνῶ θὰ εἴχαμε ἴσως διαγράψει μία ἐντελῶς διαφορετικὴ ζωὴ ἐὰν τὸν ἀντιμετωπίζαμε νωρίτερα.

Μία πατερικὴ νουθεσία, ποὺ ἐπαναλαμβάνεται μέσα στοὺς αἰῶνες, λέει ὅτι θὰ πρέπει νὰ νήφουμε ἔχοντας καθημερινὰ τὴ μνήμη τοῦ θανάτου. Μόνο ποὺ ἡ ἁπλὴ ἀναφορὰ αὐτῆς τῆς ἀλήθειας στὸν σύγχρονο ἄνθρωπο ποὺ ὑποφέρει ἀπὸ ἀνασφάλειες καὶ ἔλλειψη πίστης καὶ βιώματος, θὰ τὸν κάνει νὰ σκεφτεῖ ὅτι καλεῖται νὰ ζήσει στὴ σκιὰ τοῦ θανάτου, σὲ μιὰ κατάσταση μελαγχολίας. Θὰ νομίσει ὅτι ὁ θάνατος τὸν περιμένει σὲ κάθε του

βῆμα καὶ ὅτι ἡ ζωὴ δὲν ἔχει πιὰ κανένα νόημα. Ἡ σταθερὴ καὶ βαθειὰ μνήμη τοῦ θανάτου θὰ λειτουργήσει γι’ αὐτὸν σὰν Δαμόκλειος σπάθη ποὺ ἐπικρέμαται πάνω του, στερώντας του κάθε ἀπόλαυση καὶ χαρὰ τῆς ζωῆς. Μιὰ τέτοια κατανόηση βέβαια δὲν ἔχει νόημα. Χρειάζεται νὰ καταλάβουμε τὴν ἔννοια ποὺ ἔχει ἡ μνήμη τοῦ θανάτου σὲ ὅλη της τὴ σημασία: ὡς τὴν καταξίωση τῆς ζωῆς, ὄχι τὴν ἀπαξία της.

Τὸν περισσότερο χρόνο τῆς ζωῆς μας τὸν περνοῦμε καταστρώνοντας σχέδια σὰν νὰ πρόκειται νὰ ζήσουμε μιὰ ἄλλη ζωὴ σὲ ἕναν μεταγενέστερο χρόνο. Δὲν ζοῦμε μὲ τρόπο ἀποφασιστικό, ἀλλὰ φευγαλέο. σὰν νὰ προετοιμαζόμαστε γιὰ τὴ μέρα ποὺ πραγματικὰ θ’ ἀρχίσουμε νὰ ζοῦμε. Μοιάζουμε μὲ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ φτιάχνουν ἕνα πρόχειρο περίγραμμα μὲ τὴν πρόθεση νὰ τὸ ὁλοκληρώσουν ἀργότερα. Τὸ πρόβλημα, ὡστόσο, εἶναι πὼς αὐτὴ ἡ τελικὴ ἐκδοχὴ δὲν ἔρχεται ποτέ. Ὁ θάνατος μᾶς προλαβαίνει πρὶν βροῦμε τὸν χρόνο, ἢ ἀκόμα καὶ πρὶν νὰ ὁριστικοποιήσουμε τὴν ἐπιθυμία μας μὲ μιὰ πιὸ συγκεκριμένη μορφή. Μεταθέτουμε συνεχῶς τὴν ἀπόφασή μας γιὰ τὴν ἐπαύριο. Κι ἂς γνωρίζουμε καλὰ ὅτι αὐτὸ τὸ αὔριο δὲν ἔρχεται ποτέ.

Ἡ προτροπὴ γιὰ ἐπαγρύπνιση μπροστὰ στὸν θάνατο δὲν μᾶς προσκαλεῖ σὲ μιὰ ζωὴ γεμάτη ἀπὸ τὴν αἴσθηση τοῦ τρόμου, μήπως ὁ θάνατος μᾶς προφτάσει ξαφνικά, ἀπροετοίμαστα. Ἀλλά, μᾶλλον μᾶς καλεῖ σὲ ἐγρήγορση γιὰ τὴν κάθε πράξη, τὰ λόγια, τὰ ἀκούσματα καὶ τὶς ἀντιδράσεις μας ποὺ ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ τελευταία ἐμπειρία τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας. Ἐὰν μ’ αὐτὴ τὴ σκέψη στὸ νοῦ συνδιαλεγόμασταν μὲ τὰ πρόσωπα ποὺ βρίσκονται ἀπέναντί μας, θὰ εἴμασταν πολὺ πιὸ προσεχτικοὶ στὸν λόγο καὶ τὴ στάση μας.

Ἐὰν εἴχαμε ἀσκηθεῖ νὰ ἀντιλαμβανόμαστε τὴν σπουδαιότητα κάθε στιγμῆς ὡς τελευταίας, ὁλόκληρη ἡ ζωή μας θὰ ἄλλαζε ριζικά. Ὁ ἀργὸς λόγος ποὺ τὸ Εὐαγγέλιο ἐπικρίνει (Ματθ. 12:36), ὅλες ἐκεῖνες οἱ ἐπιλογὲς καὶ ἐνέργειες ποὺ στεροῦνται νοήματος καὶ ἀποβαίνουν κάποτε καταστροφικές, θὰ εἶχαν ἀποφευχθεῖ. Θὰ ζυγίζαμε τοὺς λόγους καὶ τὶς πράξεις μας ὥστε νὰ ὁδηγοῦν τὴ ζωὴ πρὸς μία κορύφωση καὶ νὰ ἐκφράζουν τὴν τελειότητα τῆς σχέσης –τίποτε λιγότερο.

Μόνο ἡ σκέψη τοῦ θανάτου μπορεῖ νὰ δώσει στὴ ζωὴ αὐτὴ τὴ νήψη καὶ τὸ βάθος, νὰ ἐνεργοποιήσει τὴν ἴδια τὴ ζωή. Μόνο ὁ θάνατος μπορεῖ νὰ κάνει τὴ ζωὴ τόσο ἔντονη ὥστε κάθε στιγμὴ τοῦ παρόντος νὰ περικλείει ὁλόκληρη τὴ ζωή. Αὐτὸς εἶναι στὴν πραγματικότητα ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο οἱ ἀσκητὲς καὶ ἐρημίτες πολέμησαν ἐνάντια στὴν ἀκηδία, τὴν ἀργία καὶ τὴν ἀμέλεια, ἐνάντια δηλαδὴ σὲ ὅλες ἐκεῖνες τὶς συμπεριφορὲς ποὺ μᾶς κλέβουν τὴν εὔκαιρη στιγμὴ καὶ μᾶς ἐκτρέπουν σὲ ἀδιαφορία. Ἕνα ἀπὸ τὰ βασικὰ πράγματα ποὺ καλούμαστε νὰ μάθουμε εἶναι ἡ ἐγρήγορση, τόσο ἀπέναντι στὸν ἑαυτὸ μας ὅσο καὶ ἀπέναντι στὴν κατάσταση τοῦ ἄλλου. Αὐτὴ εἶναι ἡ στάση ποὺ θὰ ἀντέξει τὴ δοκιμασία τόσο τῆς ζωῆς ὅσο καὶ τοῦ θανάτου. Ὁλόκληρη ἡ ζωὴ σὲ κάθε στιγμὴ εἶναι μία ἔσχατη πράξη.

Θεός Ετυμολογία


  
ΘΕΟΣ: ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ


ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ


Η ακριβής προέλευση της λέξης Θεός δεν είναι σήμερα γνωστή και καθώς η έρευνα σχετικά με την ακριβή παρέλευσή της ακόμα συνεχίζεται, αφού φιλόλογοι και γλωσσολόγοι δεν έχουν καταλήξει σε σαφή συμπεράσματα.

Μια πιθανή λέξη προέλευσης της λέξεως Θεός παράγεται από το ρήμα θεώμαι, που αποδίδεται σήμερα την έννοια «βλέπω τα πάντα» και κατά συνέπεια ως Θεός ορίζεται αυτός που επιβλέπει τα πάντα. Κατά άλλους προέρχεται από το ρήμα τίθημι, που σημαίνει τοποθετώ και άρα θέλει να δηλώσει τον Δημιουργό. Άλλοι υποστηρίζουν πως πιθανή ρίζα του μπορεί να είναι ρήμα θέω ή θείω, που σημαίνει τον πανταχού παρόντα.

Οι πλειοψηφία των γλωσσολόγων θεωρεί πως σήμερα η λέξη προέρχεται από την από την
ινδοευρωπαϊκή ομογλωσσία και έχει σχέση προς την σανσκριτική λέξη deva ή dyaus, προς το λατινικό deus ακόμα και το Ελληνικό Δευς ή Ζευς, οπότε κατ' αυτήν την διασύνδεση, η έννοια του Θεού, σχετίζεται με την έννοια του φωτός. Στην αρχαιότητα στην βοιωτική διάλεκτο η λέξη απαντάται ως θιός ή σιός, στην Λακωνική σιός, στη Δωρική θεύς, στη μετάφραση των Εβδομήκοντα και στην Καινή Διαθήκη, ως Θεός.



Ο Πλάτων υποστηρίζει ότι η λέξη θεός παράγεται από το ρήμ. θέειν = τρέχειν που κυριολεκτείται για κάθε κυκλοτερές πράγμα που φαίνεται ότι περιτρέχει και επανέρχεται εις εαυτόν (θο-ός = ταχύς, δηλώνει ενέργεια), διότι οι πρώτοι θεοί για τους αρχαίους ανθρώπους ήταν ο Ήλιος και η Σελήνη και τα λοιπά ουράνια σώματα που «διέτρεχαν» το διάστημα.

Η απάντηση στο ερώτημα, ποια είναι η ετυμολογία της λέξης Θεός, παραμένει αβέβαιη. Είναι άραγε τυχαίο αυτό ή γιατί ο
Θεός, αφού ως έννοια είναι ασύλληπτος από τον πεπερασμένο ανθρώπινο νου, δεν επιδέχεται γνωστική διερεύνηση και η λέξη με την οποίαν τον ονομάζουν οι άνθρωποι;

Το Πένθος ως έκφραση της θλίψης του θανάτου


Όταν πέθανε ο Russ σε ηλικία 43 ετών απροσδόκητα, σε μια στιγμή, στα χέρια της Carol, στο σπίτι τους, η Carol, που είναι ενεργητική γυναίκα γεμάτη ζωή, και επιστήμονας αυτή η ίδια, αυτοναρκώθηκε για να αποφύγει τον πόνο. Ένας εκπρόσωπος των ανθρωπιστικών επαγγελμάτων την νάρκωσε ακόμη περισσότερο με τη συμβουλή : "Δεν κλαίμε για αυτά τα πράγματα, έτσι δεν είναι;".
Oύτε αυτή ούτε τα τρία παιδιά της έκλαψαν. Ήταν τόσο γενναίοι και τόσο δυνατοί! Αντιστάθηκαν στα συναισθηματικά ξεσπάσματα και αφιέρωσαν το σπίτι στη μνήμη του Russ. Δεκαοκτώ μήνες μετά το θάνατο του Russ, η Carol μας κάλεσε σε κατάσταση απελπισίας. Υπέφερε από ψυχοσωματικές αρρώστιες και δοκίμαζε διάφορα ψυχοσωματικά συναισθήματα, είχε υποστεί μια σημαντική απώλεια βάρους και ήταν δυστυχισμένη και οργισμένη.
Μια επίσκεψη στο σπίτι της σε μια απομακρυσμένη πόλη, βρήκε την Carol ντυμένη στα μπλε, το σπίτι διακοσμημένο με μπλε χρώματα και ένα μπλε αυτοκίνητο μπροστά στο σπίτι. Φυσικά μπλε ήταν το αγαπημένο χρώμα του Russ. Τα ρούχα του ήταν εκεί, τα ξυριστικά του, η πίπα του, η αναπαυτική του πολυθρόνα? κάθε δωμάτιο είχε
και μια φωτογραφία του? το σπίτι ήταν αφιερωμένο στον Russ σαν ένα μαυσωλείο.
"Πότε θα αφήσετε τον Russ να πεθάνει;" ρωτήσαμε. "Δεν θέλω να τον αφήσω να πεθάνει", απάντησε εκείνη. "Αλλά είναι πεθαμένος", απαντήσαμε. "Ξέρω ότι είναι πεθαμένος, αλλά δε θέλω να πεθάνει". Διανοητικά, ήξερε ότι είχε πεθάνει, συναισθηματικά όμως το αρνιόταν».
Το παραπάνω περιστατικό από το βιβλίο Death:The Final Stage of Growth της Κubler-Ross, είναι χαρακτηριστικό για να μπορέσει να αντιληφθεί κανείς την καταστρεπτική επίδραση που μπορεί να έχει στον άνθρωπο, η σημερινή κοινωνική και πολιτιστική αντιμετώπιση του θανάτου. Η ενασχόληση με τέτοιου «είδους» θέματα είναι συχνά μη επιθυμητή και πολλές φορές παρουσιάζεται σαν να αγγίζει τα όρια της απρέπειας. Όμως η ζωή και ο θάνατος είναι ένα και ο άνθρωπος δεν μπορεί να χαρεί ή να αγκαλιάσει το ένα από τα δύο, όταν το άλλο απουσιάζει (Henry Miller).
Είναι απαραίτητο λοιπόν να δεχτούμε πως ο θάνατος δεν αποτελεί τυχαία και απροσδόκητη πληγή, αλλά είναι αναπόσπαστο μέρος της ίδιας της ζωής. Όταν λοιπόν κατανοήσουμε τη διάσταση αυτή, μπορούμε να προσεγγίσουμε καλύτερα την αντιμετώπιση της θλίψης, που προκαλεί ο θάνατος ενός αγαπητού προσώπου, μέσω του πένθους, που είναι ο αυθεντικότερος τρόπος εκφράσεώς της.

Η ΘΛΙΨΗ

Η θλίψη είναι μία ανθρώπινη πραγματικότητα που είναι φυσικό να βιώνεται σε περιπτώσεις απώλειας κοντινού προσώπου. Δεν είναι ένα απλό συναίσθημα, αλλά μια συνολική συναισθηματική κατάσταση, της οποίας θετικό συναίσθημα είναι η λύπη ενώ αρνητικά αυτά της εχθρότητας και της ενοχής.

Σύμφωνα με την πατερική φιλολογία η αρχική πληροφόρηση ενός ατόμου για τον θάνατο ενός προσφιλούς προσώπου τον αφήνει εμβρόντητο και άφωνο. Η αρχική θλίψη προκαλεί ένα μούδιασμα, γίνεται ένα βάρος, ένα άγχος, μια πίκρα και ένας πόνος στα σωθικά. Επακολουθεί σφοδρή επιθυμία για εκείνον που χάθηκε, που εκφράζεται με τα ασυγκράτητα δάκρυα, την εξάντληση και την αδυναμία της θελήσεως.

Η αντίδραση στην προσωπική απώλεια επιφέρει μία διάσπαση στο συνηθισμένο πρότυπο συμπεριφοράς. Δημιουργεί ένα αίσθημα της μη πραγματικότητας. O θλιμμένος παίρνει συναισθηματική απόσταση από τα άλλα άτομα, δείχνοντας πολλές φορές ψυχρότητα και αλλαγές στη συμπεριφορά. Βρίσκεται σε μια σύγχυση, η οποία τον οδηγεί στην συναισθηματική παράλυση. Έτσι απομονώνεται από το περιβάλλον του έχοντας έντονο το αίσθημα της μελαγχολίας και της μοναξιάς.
Ένα άλλο έντονο συναίσθημα που βιώνει ο θλιμμένος είναι αυτό της ενοχής. Η ενοχή στη θλίψη οφείλεται στο ότι όλες οι ανθρώπινες σχέσεις είναι ατελείς και όλοι οι άνθρωποι στις σχέσεις τους με τους συνανθρώπους τους προβαίνουν κάποτε σε ενέργειες που βλάπτουν τη σχέση. O θάνατος ματαιώνει κάθε δυνατότητα συγγνώμης και συμφιλίωσης. Έτσι, ο άνθρωπος νιώθει ένοχος για την ατέλειά του.
Είναι φυσικό κάθε απώλεια ενός προσώπου αγάπης να δίνει ένα αίσθημα αυτοαπώλειας. O Freud αναφέρθηκε στο ψυχικό άγχος που προκαλεί η θλίψη και στον έκδηλο ψυχικό πόνο με τα οποία αντιδρά το νήπιο όταν χωρίζεται από τη μητέρα του, όταν ακόμη δεν έχει μάθει να διακρίνει μεταξύ προσωρινής απουσίας και μόνιμης απώλειας. Είναι ο φόβος της εγκαταλείψεως, της διακοπής της σχέσης, της μοναξιάς. Η πραγματικότητα του θανάτου ενός δικού μας προσώπου, γίνεται ο φόβος του δικού μας θανάτου που δεν μπορούμε να αποφύγουμε.

Αι ενέα ωδαί



ᾨΔΗ ΠΡΩΤΗ
 ᾨΔΗ ΜΩΫΣΕΩΣ
(Ἐν τῇ Ἐξόδῳ, Κεφ. ιε')
Ἄρδην βυθίσας Φαραώ, Μωσῆς λέγει.
Ἀρχὴ· τῷ Κυρίῳ ᾄσωμεν· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται.
ᾌσωμεν τῷ Κυρίῳ· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται, ἵππον καὶ ἀναβάτην ἔρριψεν εἰς θάλασσαν.
Βοηθὸς καὶ σκεπαστὴς ἐγένετό μοι εἰς σωτηρίαν, οὗτός μου Θεός, καὶ δοξάσω αὐτόν, Θεὸς τοῦ Πατρός μου, καὶ ὑψώσω αὐτόν.
Κύριος συντρίβων πολέμους, Κύριος ὄνομα αὐτῷ.
Ἅρματα Φαραὼ καὶ τὴν δύναμιν αὐτοῦ ἔρριψεν εἰς θάλασσαν, ἐπιλέκτους ἀναβάτας τριστάτας κατεπόντισεν ἐν Ἐρυθρᾷ, θαλάσσῃ.
Πόντῳ ἐκάλυψεν αὐτοὺς, κατέδυσαν εἰς βυθὸν ὡσεὶ λίθος.
Ἡ δεξιά σου, Κύριε, δεδόξασται ἐν ἰσχύϊ, ἡ δεξιά σου χείρ, Κύριε, ἔθραυσεν ἐχθρούς. Καὶ τῷ πλήθει τῆς δόξης σου συνέτριψας τοὺς ὑπεναντίους.
Ἀπέστειλας τὴν ὀργήν σου, κατέφαγεν αὐτοὺς ὡσεὶ καλάμην.
Καὶ διὰ πνεύματος τοῦ θυμοῦ σου διέστη τὸ ὕδωρ, ἐπάγη ὡσεὶ τεῖχος τὰ ὕδατα, ἐπάγη τὰ κύματα ἐν μέσῳ τῆς θαλάσσης.
Εἶπεν ὁ ἐχθρός· Διώξας καταλήψομαι, μεριῶ σκῦλα, ἐμπλήσω ψυχήν μου, ἀνελῶ τῇ μαχαίρᾳ μου, κυριεύσει ἡ χείρ μου.
Ἀπέστειλας τὸ πνεῦμά σου, ἐκάλυψεν αὐτοὺς θάλασσα, ἔδυσαν ὡσεὶ μόλυβδος ἐν ὕδατι σφοδρῷ.
Τὶς ὅμοιός σοι ἐν θεοῖς, Κύριε; τὶς ὅμοιός σοι; Δεδοξασμένος ἐν Ἁγίοις, θαυμαστὸς ἐν δόξαις, ποιῶν τέρατα.
Ἐξέτεινας τὴν δεξιάν σου, κατέπιεν αὐτοὺς γῆ.
Ὡδήγησας τῇ δικαιοσύνῃ σου τὸν λαόν σου τοῦτον, ὃν ἐλυτρώσω, παρεκάλεσας τῇ ἰσχύϊ σου εἰς κατάλυμα ἅγιόν σου.
Ἤκουσαν ἔθνη, καὶ ὠργίσθησαν, ὠδῖνες ἔλαβον κατοικοῦντας Φιλιστιείμ.
Εἰς στίχους η'
Τότε ἔσπευσαν ἡγεμόνες Ἐδώμ, καὶ ἄρχοντες τῶν Μωαβιτῶν, ἔλαβεν αὐτοὺς τρόμος, ἐτάκησαν πάντες οἱ κατοικοῦντες Χαναάν.
Ἐπιπέσοι ἐπ' αὐτοὺς φόβος καὶ τρόμος, μεγέθει βραχίονός σου ἀπολιθωθήτωσαν.
Εἰς στίχους ς'
Ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ λαός σου, Κύριε, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ λαός σου οὗτος, ὃν ἐκτήσω.
Εἰσαγαγὼν καταφύτευσον αὐτοὺς εἰς ὄρος κληρονομίας σου, εἰς ἕτοιμον κατοικητήριόν σου, ὃ κατειργάσω, Κύριε, ἁγίασμα, ὃ ἡτοίμασαν αἱ χεῖρές σου.
Εἰς στίχους δ'
Τέλος: Κύριος βασιλεύων τῶν αἰώνων, καὶ ἐπ' αἰῶνα, καὶ ἔτι.
Ὅτι εἰσῆλθεν ἵππος Φαραὼ σὺν ἅρμασι καὶ ἀναβάταις εἰς θάλασσαν, καὶ ἐπήγαγεν ἐπ' αὐτοὺς Κύριος τὸ ὕδωρ τῆς θαλάσσης, οἱ δὲ υἱοὶ Ἰσραὴλ ἐπορεύθησαν διὰ ξηρᾶς ἐν μέσῳ τῆς θαλάσσης.

Η Βίβλος ,η σημασία και η μοναδικότητά της


Δημοσιεύτηκε σε έναν αριθμό γλωσσών που αποτελεί ρεκόρ και θεωρείται το πιο πολυδιαβασμένο μπεστ-σέλλερ όλων των εποχών! Παρόλου που η Βίβλος απαγορεύτηκε πάμπολλες φορές στο ρου της ιστορίας, αποτελεί ακόμη και σήμερα πηγή ζωής για εκατομύρια ανθρώπους, δίνοντας απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις εκείνων που αναζητούν την αλήθεια. Δεν είναι απλά «ένα καλό βιβλίο», αλλά πραγματικά ο εμπνευσμένος λόγος του Θεού απευθυνόμενος σε μας. Διάβασε εδώ, πώς η Βίβλος επέζησε όλους τους εχθρούς της και γιατί είναι ακόμη και στις μέρες μας τόσο επίκαιρη!

Η Βίβλος είναι ιερή. Είναι θεϊκής προέλευσης. Είναι το αρχαιότερο βιβλίο. Τα πέντε βιβλία του Μωυσή γράφτηκαν περίπου το έτος 1675 π.Χ. Αιώνες αργότερα συντάχθηκαν θρησκευτικά κείμενα και γραφές, όπως η Αβέστα του Ζαρατούστρα (η «Βίβλος» των Περσών στα αρχαία ιρανικά) το 1200 π.Χ., οι Βέδες των Ινδών περίπου το 1100 π.Χ.,τα βιβλία του Κομφούκιου (Κινέζος φιλόσοφος) το 1100 π.Χ,οι γραφές του Βούδα (Iνδός ιδρυτής θρησκείας) περίπου το 600 π.Χ. και το Κοράνι του Μωάμεθ περίπου το 600 μ.Χ..

Ο διακεκριμένος καθηγητής των σανσκριτικών, της αρχέγονης γλώσσας των Βεδών, Montiero Williams, εντρύφησε για 42 χρόνια σε γραφές της Ανατολής και τις συνέκρινε με την Βίβλο. Υποστήριξε: «Στοίβαξε τις λεγόμενες άγιες γραφές της Ανατολής στα αριστερά σου και στα δεξιά σου μόνο την Αγία Γραφή, αφήνοντας πολύ χώρο ανάμεσά τους, γιατί αυτό που τους χωρίζει είναι μια βαθιά άβυσσος, η οποία είναι αδύνατον να γεφυρωθεί. Είναι σαν να συγκρίνεις ένα κεράκι με τον ήλιο.»

Το Κοράνι εμπεριέχει πολλές παραθέσεις από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Οι λεγόμενες ιερές γραφές των ειδωλολατρών εμπεριέχουν πολλές διαστρεβλωμένες και προληπτικές ιδέες, που είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης παρέμβασης. Δείχνουν να μην εμπνέονται από τη φύση του αληθινού, ζωντανού Θεού. Οι εντολές, αντίθετα, του Μωυσή δεν είναι ανθρώπινο σκαρίφημα, αλλά θεϊκή έμπνευση. Η Βίβλος αποτελεί το θεμέλιο της θεϊκής αποκάλυψης στον άνθρωπο. Είναι αδύνατον ένα τέτοιο έργο να προέρχεται από χέρι ανθρώπων. Ιδιαίτερα διαφωτιστικές είναι οι ανακαλύψεις του Panin γύρω από τις αριθμητικές μετρήσεις, οι οποίες συνθέτουν σαν μωσαϊκό το κείμενο της Βίβλου. Ο δεσποτισμός και οι μηχανορραφίες των ιερέων που περιγράφονται στις λεγόμενες αγίες γραφές της Ανατολής είναι για την Βίβλο πράγματα αδιανόητα. Η Βίβλος είναι απελευθερωμένη από μυστήρια, μαγεία, και ασελγή έθιμα, τα οποία αποτελούν φρικαλεότητες στα μάτια του Θεού.

Οι τελετές της Βίβλου παραπέμπουν στην αγιότητα του Θεού, την αναγκαιότητα της εξιλέωσης και της λύτρωσης, αλλά και σε μία θέση στον ιερό κόσμο, στην οποία ο Δημιουργός υποσχέθηκε να ανυψώσει την καταρρέουσα ανθρωπότητα. Οι τιμωρίες είναι δίκαιες και οι αμοιβές τέτοιες, που να επιτρέπουν την αγάπη στον Θεό.

Η λέξη «Βίβλος» προέρχεται από την ελληνική λέξη «βιβλία». Η μεταστροφή από τον Πληθυντικό στον Ενικό έλαβε χώρα τον 13ο αιώνα. Από εκείνη την εποχή ονομάζονται «Βίβλος». Ως πρόλογος ταιριάζουν τα λόγια του "ΗΣΑΊ'ΑΣ 34:16": "«""Ζητήσατε εν τω βιβλίω του Κυρίου και αναγνώσατε· ουδέν εκ τούτων θέλει λείψει, ουδέν θέλει είσθαι χωρίς του συντρόφου αυτού· διότι αυτό το στόμα του Κυρίου προσέταξε, και αυτό το πνεύμα αυτού συνήγαγε ταύτα.""»"

Η σημασία της Βίβλου αναφέρεται: "Β΄ ΤΙΜΟΘΕΟΝ 3:16-17":"«""Όλη η γραφή είναι θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν, προς έλεγχον, προς επανόρθωσιν, προς εκπαίδευσιν την μετά της δικαιοσύνης,"

" διά να ήναι τέλειος ο άνθρωπος του Θεού, ητοιμασμένος εις παν έργον αγαθόν""»"

"
"
Η διαφορά της Βίβλου με τις ειδωλολατρικές γραφές συνίσταται και στη συνοχή της

Έχει συνταχθεί από 40 συγγραφείς διαφορετικής προέλευσης σε διάστημα 1700 ετών. Ο Μωυσής ήταν ηγέτης και διαπαιδαγωγήθηκε για να γίνει πρίγκηπας και μελλοντικός Φαραώ, o Άμμωνας ήταν βοσκός, ο Πέτρος ψαράς, ο Ιησούς του Ναυή στρατηγός, ο Νεεμίας Κυβερνήτης, o Εσδράς ιερέας, ο Δανιήλ πρωθυπουργός, ο Λουκάς γιατρός, ο Ματθαίος τελωνειακός, και ο Παύλος ραββίνος.

Η Βίβλος γράφθηκε σε διάφορα μέρη: σε ερήμους, σε παλάτια, σε φυλακές. Σε τρεις διαφορετικές ηπείρους: Ευρώπη, Ασία και Αφρική. Σε τρεις διαφορετικές γλώσσες: την Παλαιά Διαθήκη στα εβραϊκά, με εξαίρεση:"ΕΣΔΡΑΣ 4:8" μέχρι το κεφάλαιο "6:18" και κεφάλαιο "7:12-26" και "ΔΑΝΙΗΛ 2:4" μέχρι "7:28"  τα οποία γράφθηκαν στα αραμαϊκά, στα λεγόμενα χαλδαιακά της τότε εποχής. Η γλώσσα της Καινής Διαθήκης είναι τα ελληνικά, τα οποία αποτελούσαν την εποχή του Χριστού την εμπορική, επίσημη γλώσσα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

Ο χαμένος Παράδεισος της Δημιουργίας έγινε ο νεοαποκτημένος Παράδεισος της Αποκάλυψης. Η Βίβλος δεν είναι ένα βιβλίο θεϊκής έκφρασης σε ακατανόητη γλώσσα. Αντίθετα, η Αποκάλυψη του Θεού γίνεται σε μια απλή, ανθρώπινη γλώσσα, ακριβώς για το λόγο να είναι κατανοητή και προσβάσιμη σε κάθε άνθρωπο, στον αιώνα των αιώνων. Παρόλο που η συγγραφή της Βίβλου διήρκησε τόσους αιώνες, αποτελεί ένα έργο που αγγίζει την τελειότητα. Μολονότι οι συγγραφείς τους δε γνωρίζονταν μεταξύ τους, αλλά και μην έχοντας συνείδηση ότι γράφουν ένα βιβλίο, αυτό τελικά αποτελεί μία ενιαία ενότητα, γραμμένη από ανθρώπους, που ο Θεός επέλεξε για να καταγράψουν τις αποκαλύψεις Του.

Η Βίβλος ούτε προσαρμόστηκε στις διαθέσεις και τα έθιμα ενός λαού, ούτε αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη περίοδο. Περισσότερο, αποτελεί ένα έργο καθολικής σημασίας που αναφέρεται σε όλους τους ανθρώπους και σε όλες τις εποχές. Αποτελεί τη θέληση του Θεού, τη Διαθήκη Του για κάθε άνθρωπο.

Από άποψη λογοτεχνικού ενδιαφέροντος η Βίβλος αποτελεί το πιο αξιόλογο σύγραμμα που έχει ποτέ γραφθεί. Αποτελεί μια βιβλιοθήκη 66 βιβλίων, μερικά απ’ αυτά μεγάλης έκτασης και άλλα μικρότερα συγράμματα. Όλα περιέχουν διάφορες μορφές λογοτεχνίας, ιστορίας, βιογραφίας, ποίησης, ρήσεων, αποφθεγμάτων, ύμνων, αλληλογραφίας, κανόνων, οδηγιών, καθαγιασμένων μορφών λατρείας, εξισώσεων, αινιγμάτων, προφητειών και άλλων τρόπων έκφρασης. Μπορεί κανείς να διαβάσει την Βίβλο για να γίνει σοφός, να την πιστεύει για να λυτρωθεί, να την υπηρετεί για να αγιαστεί και να γεμίσει το νου και την καρδιά του. Μπορεί κανείς να την μελετά διαρκώς, προσευχόμενος με σεβασμό και δέος, και να ανακαλύπτει πάντα εκ νέου τη δύναμη και τη ζωντάνια της.
Η διαφορά της Βίβλου με τις ειδωλολατρικές γραφές συνίσταται και στην έκταση της αποδοχής της

Η Βίβλος είναι το πιο διαβασμένο και στις περισσότερες γλώσσες μεταφρασμένο σύγραμμα του κόσμου. Είναι το πρώτο τυπωμένο βιβλίο, από τον Γουτεμβέργιος στο Μάινζ. Αποτελεί πραγματικά το λόγο του Θεού! Είναι, επίσης, το πρώτο μεταφρασμένο βιβλίο το έτος 250 π.Χ. από 70 Εβραίους λόγιους στην Αλεξάντρεια από τα εβραϊκά στα ελληνικά, που τότε ήταν η παγκόσμια, επίσημη γλώσσα, όπως περιγράφεται από τη λατινική ετυμολογία στα ελληνικά «Septuaginta», δηλαδή «εβδομήντα». Την περίοδο 366 μέχρι 384 μ.Χ. η Βίβλος μεταφράστηκε στα λατινικά. Το όνομά της ήταν «Vulgata», που σημαίνει «η λαϊκή».
Η Βίβλος αποτελεί μοναδικό παράδειγμα διάσωσης.

Η Βίβλος διασώθηκε, γιατί αντιγραφόταν διαρκώς πολλούς αιώνες πριν από την ανακάλυψη του τυπογραφείου. Αντιγραφόταν συνέχεια, αφού το χαρτί με τον καιρό καταστραφόταν. Κανένα άλλο σύγραμμα στον κόσμο δεν έχει περισσότερα χειρόγραφα. Η Βίβλος είναι καλύτερα διατηρημένη από τα έργα του Σαίξπηρ, ο οποίος έζησε πριν από περίπου 300 χρόνια. Τα κείμενά του θεωρούνται λιγότερο αξιόπιστα ως προς την αυθεντικότητά τους, από αυτά για παράδειγμα της Καινής Διαθήκης. Η Βίβλος διασώθηκε απ’ όλες τις κριτικές και τις καταδιώξεις.

Η Βίβλος αποτελεί μοναδικό φαινόμενο και ως προς τα διδάγματά της. Ο Ιησούς Χριστός κατέκτησε εκατομμύρια ανθρώπων περισσότερα από τον Μέγα Αλέξαντρο, τον Ιούλιο Καίσαρα και τον Μωάμεθ μαζί, χωρίς να κάνει χρήση όπλων. Προσέφερε περισσότερο φως γύρω από ανθρώπινα και θεϊκά πνευματικά θέματα, από ότι όλοι οι φιλόσοφοι μαζί. Πρόφερε λέξεις που δεν είχαν ακουστεί ποτέ μέχρι τότε και δεν θα ξανακουστούν.
Η αξιοπιστία της Βίβλου

Διαθέτουμε πάνω από 5.300 γνωστά χειρόγραφα της Παλαιάς Διαθήκης, πάνω από 10.000 χειρόγραφα της λατινικής Vulgata και πάνω από 24.000 χειρόγραφα της Καινής Διαθήκης. Τα αντίγραφα ήταν σε τέτοιο βαθμό πιστά στα αυθεντικά κείμενα, που ήταν δύσκολο να τα ξεχωρίσει κανείς. Οι Εβραίοι, τρέφοντας πολύ σεβασμό για την Βίβλο, το λόγο του Θεού, απέφευγαν είτε να προσθέσουν είτε να αφαιρέσουν ή να διορθώσουν κάτι σε αυτήν. Ήταν, εξάλλου, αυστηρά απαγορευμένο, βλέπε "ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ 22:18-19 ,""ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ 4:2" και άλλα αποσπάσματα. Η Βίβλος αποτελεί μοναδικό φαινόμενο στην Ιστορία της Λογοτεχνίας ασύγκριτου μεγέθους. Ακόμα και αρχαιολογικά ευρήματα επιβεβαιώνουν τη γνησιότητα της, όπως για παράδειγμα το γεγονός πως τα τείχη της Ιεριχώς έπεσαν προς τα μέσα (εκδοχή που θεωρεί την πτώση τους αποτέλεσμα στρατιωτικής επίθεσης), ενώ στην πραγματικότητα έπεσαν προς τα έξω "ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 6:20". Η αποστολική ιστορία του Λουκά αποτελεί απαράμμιλο παράδειγμα ιστορικής αξιοπιστίας. Ο Λουκάς θεωρείται ένας πλήρης ιστορικός.

Οι σύγχρονοι ιστορικοί ξεκινούν τις «κριτικές, ελεύθερες και ειλικρινείς» έρευνές τους με την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει Θεός, δεν υπάρχουν θαύματα, αυτά είναι πράγματα αδύνατα, ότι ζούμε σε ένα κλειστό περιβάλλον και δεν υπάρχει τίποτα υπερφυσικό. Όταν ερευνούν τη ζωή του Χριστού, τα θαύματα και την Ανάστασή Του θεωρούν πως όλα αυτά δεν υπάρχουν πραγματικά. Δεν υπάρχουν θαύματα, δεν υπάρχει ανάσταση, γιατί ουσιαστικά δεν πιστεύουν στον Θεό. Αυτά δεν αποτελούν γι’ αυτούς ιστορικά δεδομένα, αλλά το πολύ-πολύ φιλοσοφικές προκαταλήψεις. Η ιστορία στηρίζεται μόνο σε αποδείξεις. Κανένας ιστορικός δεν έχει για παράδειγμα δει τον Λίνκολν ή τον Φρειδερίκο της Πρωσίας, και όμως όλοι πιστεύουν την ιστορική τους υπόσταση βάσει αποδείξεων και μαρτυριών. Και τότε τι γίνεται με τις ακλόνητες μαρτυρίες σχετικά με τον Ιησού και τα θαύματά του; Αυτές τις μαρτυρίες όμως πολλοί δεν τις αναγνωρίζουν.
Η σημασία της Βίβλου

Και μόνο το γεγονός ότι η Βίβλος είναι ο λόγος του Θεού, αυτό την κάνει το σημαντικότερο σύγραμμα της ανθρωπότητας. Η μοίρα του ανθρώπου εξαρτάται από τη στάση του απέναντι στην Βίβλο. Η Βίβλος τον οδηγεί σε σημαντικές αποφάσεις. Του δείχνει πως έτσι όπως είναι φτιαγμένος από ύλη, είναι αδύνατον να κερδίσει την εύνοια του Θεού. Του δείχνει ότι είναι αμαρτωλός και ότι η αμαρτία του τον κρατάει μακριά από τον Θεό. Του δείχνει, όμως επίσης, πως ο Θεός αγαπάει τον άνθρωπο και πως βρήκε το δρόμο να τον οδηγήσει κοντά Του. Αυτόν το δρόμο αποτελεί το έργο λύτρωσης του Ιησού Χριστού, που προήλθε από τον θυσία Του στο σταυρό του Γολγοθά. Είπε για τον εαυτό Του:

"«""Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή· ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι' εμού.""»" "ΙΩΑΝΝΗ"Σ " 14:6"

Αφήνεται στην κρίση και τη θέληση του καθένα να αποδεχθεί τη θυσία του Ιησού Χριστού και να πάρει το δρόμο που οδηγεί στην επουράνια ζωή ή να την αρνηθεί και να κείτεται χαμένος μακριά από τον Θεό στο αιώνιο σκοτάδι. Η ουδέτερη στάση απέναντι στον Θεό είναι επίσης αμαρτωλή. Είναι γελασμένος, όποιος αδιαφορώντας νομίζει ότι θα αποφύγει να λογοδοτήσει στον Θεό.

Στο λόγο του Θεού κρύβεται δύναμη. Στους "ΕΒΡΑΙΟΥΣ 4:12" αναφέρεται:"«""Διότι ο λόγος του Θεού είναι ζων και ενεργός και κοπτερώτερος υπέρ πάσαν δίστομον μάχαιραν και διέρχεται μέχρι διαιρέσεως ψυχής τε και πνεύματος, αρμών τε και μυελών, και διερευνά τους διαλογισμούς και τας εννοίας της καρδίας·""»" Και ο λόγος του Θεού δίνει δύναμη. Η Βίβλος έδωσε δύναμη σε μύριες χιλιάδες ανθρώπους να θυσιάσουν σπίτια, αυλές και πατρίδα, αντί να την αρνηθούν. Εκατομύρια ανθρώπων θυσίασαν την προσωπική τους ζωή για την πίστη τους.

Καθένας από εμάς είναι σε θέση να καταλάβει ότι η Βίβλος αποτελεί το λόγο του Θεού. Όταν ένας άνθρωπος την διαβάσει με ειλικρινείς προθέσεις –θα πρέπει να αρχίσει αναγκαστικά με τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης- και ζητήσει από τον Θεό να του δείξει τον τρόπο να κατανοήσει την Αγία Γραφή, τότε θα ζήσει μια θετική αλλαγή στη ζωή του. Όποιος αναγνωρίσει το μέγεθος της θυσίας του Χριστού, του δείξει εμπιστοσύνη και αφήσει τη ζωή του να καθοδηγηθεί από τα παντοδύναμα χέρια Του, αυτός θα βεβαιωθεί ότι λυτρώθηκε, δηλαδή αντί να αποφεύγει τον Θεό, να Τον προσεγγίσει. Όποιος αναγνωρίσει και κατονομάσει την αμαρτωλή συμπεριφορά του στη ζωή, θα νοιώσει μέσα του ακλόνητα συναισθήματα όπως ευδαιμονία και ειρήνη. Με λίγα λόγια θα συνειδητοποιήσει ότι η Βίβλος αποτελεί το λόγο του Θεού και στην κυριολεξία δημιουργεί νέα ζωή. Θα διαπιστώσει, επίσης, πως οι υποσχέσεις απέναντι στους πιστούς αφορούν και την καθημερινή ζωή, και μάλιστα κυρίως την καθημερινή ζωή. Η υπόσχεση του Ιησού για παράδειγμα στο "ΜΑΤΘΑΙΟ"Σ " 7:7"" ""«""Αιτείτε, και θέλει σας δοθή· ζητείτε, και θέλετε ευρεί, κρούετε, και θέλει σας ανοιχθή.""»" δεν αναφέρεται μόνο σε πνευματικά πράγματα, αλλά επίσης και σε όλες τις πτυχές της καθημερινότητας, στην παροχή βοήθειας στις πιο διαφορετικές δυσκολίες, ανεξάρτητα από τη φύση τους.

Το ιδιαίτερο στην Βίβλο είναι –και μόνο από την ανάγνωσή της- ότι προφυλάσσει τον άνθρωπο από την αμαρτία (βλέπε "ΨΑΛΜΟΙ 119:11" σε σχέση με το προς "ΙΩΑΝΝΗ"Σ " 15:3"). Ο δρόμος για να απαλλειφθούν οι αμαρτίες είναι να δίνουμε χρόνο να μελετήσουμε το λόγο του Θεού. Μόνο έτσι, ο Κύριος είναι σε θέση να μας απασχολεί με το σοφό λόγο Του και να αποτρέπει εν τη γενέσει τις άσχημες σκέψεις. Αυτό επιτρέπει την κάθαρση του πνεύματος, της ψυχής και του σώματος. Κανένας δεν επιδιώκει την αμαρτία, αλλά εδώ δίνεται η δυνατότητα να κρατιέται μακριά. Η δύναμη του λόγου του Θεού είναι τέτοια, που ακόμα και μόνο η ανάγνωσή της θεράπευσε πολλούς ανθρώπους. Ακριβώς επειδή η δύναμή της είναι τόσο μεγάλη, πρέπει να διαβάζεται με κατάνυξη, μια που ο εχθρός της ψυχής, ο οποίος σκοπεύει άλλωστε να κρατήσει μακριά τους ανθρώπους από τον Θεό, αντιστέκεται σθεναρά.

Οι περισσότερες προφητείες της Βίβλου έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, και αυτές που έρχονται θα πραγματοποιηθούν και αυτές. Έτσι, ο άνθρωπος που γνωρίζει το περιεχόμενό της, γνωρίζει και το τι μέλλει γενέσθαι, αλλά αισθάνεται και σίγουρος ότι ο Θεός του παραστέκεται. Με αυτόν τον τρόπο ατενίζει το μέλλον χωρίς φόβο και γεμάτος εμπιστοσύνη.

Quelle: Rundbrief Nr. 3/4, 1980, Deutsche Spätregen-Mission, Beilstein, Deutschland

Ἀργά βαδίζει ὁ Χριστός αγιος νικόλαος βελιμιροβιτς

Ἀργά βαδίζει ὁ Χριστός
Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς 

Μιά µητέρα µὲ ρώτησε πρόσφατα: Ὑπάρχει ἀνάσταση τῶν νεκρῶν; Ὁ γιός της µαχόταν νότια τοῦ Μπίτολ καὶ σκοτώθηκε. Ἐκείνη περπατοῦσε στό πεδίο τῆς µάχης καὶ ξέθαβε τὸν ἕνα τάφο µετὰ τὸν ἄλλο,γιά νά βρεῖ τὸν γιό της. Οἱ νεκροὶ κείτονταν ἤδη πολὺ καιρὸ κάτω ἀπὸ τὸ χῶµα καὶ ἦταν ὅλοι ἴδιοι µεταξὺ τους καί ἴδιοι µὲ τὸ χῶµα. Ἡ µητέρα γνώρισε τὸν γιό της ἀπὸ ἕνα περιλαίµιο στό στῆθος. Δέν µποροῦσε πιὰ νά τὸν γνωρίσει ἀπὸ τὸ πρόσωπο. Ἀκόµα καὶ τὸ ροῦχο φαινόταν πιὸ ἀθάνατο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο πού τὸ φοροῦσε.

Ἡ µητέρα δέν µποροῦσε νά κλάψει: ἡ καταστροφικὴ φρίκη τοῦ θανάτου ἔκανε γυαλὶ τὰ µάτια της καὶ πάγωσε τὴν ψυχὴ της. Μπροστὰ της ὑπῆρχε ἕνα ἀνατριχιαστικὸ µυστήριο.



Μιά ζωὴ εἶχε γίνει κάρβουνο καὶ πηλός. Ἀπὸ ἀνθρώπινο πλάσµα, ποὺ κάποτε ἦταν σύνθετο µέρος τοῦ σώµατός της καὶ τῆς ψυχῆς της, ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο πού τὴν ἀποκαλοῦσε µάνα, ποὺ κουβαλοῦσε τὸ ὅπλο καὶ µαχόταν στίς µάχες, φάνηκε µπροστὰ στά µάτια της µιά χοϊκή, ἄµορφη µάζα, ποὺ ἀνακατευόταν µὲ τὸ χῶµα -µία ἀνενεργή χωµάτινη µάζα, ποὺ δέν αἰσθανόταν πιὰ συγγένεια µὲ κανέναν ἐκτὸς ἀπὸ τὸ χῶµα.
Μόλις πού τόλµησε ἡ µητέρα νά πιάσει τὸν γιό µὲ τὰ χέρια. Ἤθελε τουλάχιστον νά χαϊδέψει αὐτὴ τή σκληρή ἀνάµνηση τοῦ ὄµορφου γιοῦ της. Ὅµως τραβήχτηκε σὰν ἀπὸ ἄσχηµο ὄνειρο: τὰ δάχτυλα δέν µποροῦσαν νά κρατηθοῦν στήν ἐπιφάνεια, ἀλλά ἀµέσως βυθίστηκαν βαθιὰ στό σαπισµένο σῶµα ὅπως σὲ σάπια κολοκύθα. Φόβος περιέλαβε τή µητέρα. Αἰσθάνθηκε ἕναν ἀξεπέραστο γκρεµὸ ἀνάµεσα σ’ ἐκείνη καὶ τὸν γιό της. Τίποτα δικὸ της καὶ τίποτα ἀγαπητὸ δέν µποροῦσε νά δεῖ σ’ αὐτὸ τὸν ἀνοιχτὸ τάφο, σ’ αὐτὸ τὸ σκοτεινό, ὑπόγειο χηµικὸ ἐργαστήριο. 

Ἦρθε ἀποκαµωµένη, καὶ ὅταν µοῦ διηγήθηκε τὸ φοβερὸ θέαµα, µὲ ῥώτησε: «Ὑπάρχει ἀνάσταση τῶν νεκρῶν;»…

…Ἂς ὁµολογήσουµε, ἀδέλφια, τὸν Θεὸ ὡς τὸν κυρίαρχο τῆς ζωῆς καὶ ὄχι τὸν θάνατο. Αὐτὴ ἡ ὁµολογία θὰ µᾶς ὁδηγήσει, στήν ἐµπιστοσύνη πρὸς τὸν οὐράνιο Πατέρα µας, ποὺ θὰ γεµίσει τὴν ψυχὴ µας µὲ χαρὰ καὶ προσευχή: «Θεέ, ἐµεῖς εἴµαστε σκόνη πού ἐσὺ ζωντάνεψες µὲ τὸ πνεῦµά σου. Μᾶς τοποθέτησες σὲ µία κοιλάδα παραγεµισµένη µὲ νεκρὰ ὀστᾶ καὶ σάπιο κρέας. Δῶσε µας δύναµη, νά µπορέσουµε νά ἀντέξουµε τὴν παραµορφωµένη ὄψη τῶν νεκρῶν, τῶν ὁποίων τὸν ἀριθµὸ καὶ ἐµεῖς σήµερα-αὔριο θὰ αὐξήσουµε.

»Ἐσύ θὰ µᾶς ἀναστήσεις ἐκ νεκρῶν, Θεέ, ὅπως ἀνέστησες τὸν Υἱό Σου, τὸν Χριστό, τὸν ἀδελφὸ µας. Ἐσύ δέν γέννησες τὰ παιδιά σου, Πατέρα, µόνο καὶ µόνο γιά νά κοιτάξουν στιγµιαία τὸν πολυτελῆ σου οἶκο κι ὕστερα νά τὰ πετάξεις στό σκοτάδι, στή µεγαλύτερη φυλακή. Ἐσύ δέν τὰ γέννησες γιά νά τοὺς καταπίνει τὸ σκοτάδι. Ἐσύ τὰ γέννησες γιά νά εἶναι σύντροφοί σου στήν αἰωνιότητα.

»Δέν σὲ ρωτᾶµε, Πατέρα, µὲ τί εἴδους σῶµα θὰ µᾶς ντύσεις, στήν ἄλλη ζωή, οὔτε µὲ ποία δύναµη θὰ µᾶς ζωντανέψεις. Ὄχι, ὅµως Σὲ παρακαλοῦµε µόνο: Δυνάµωσε τὴν ἐµπιστοσύνη µας πρὸς Ἐσένα καὶ τὴν πίστη µας στή ζωή. Ἀφοῦ ὅ,τι Ἐσὺ κάνεις µὲ µᾶς, θὰ εἶναι ἀσύγκριτα σοφότερο ἀπὸ ἐκεῖνο πού ἐµεῖς θὰ κάναµε µόνοι µας. Τὰ σχέδιά Σου εἶναι καλύτερα ἀπ’ ὃλες τίς ἐπιθυµίες µας. Ἡ δύναµή Σου ὑπερβαίνει ὅλη τή φαντασία µας. Ἐσύ πού ἔχεις τή δύναµη νά δηµιουργήσεις, ἔχεις δύναµη καὶ νά θανατώσεις, καὶ Ἐσύ πού ἔχεις δύναµη νά θανατώσεις, ἔχεις τή δύναµη καὶ νά ζωντανέψεις.

Δηµιουργὲ τῶν ζωντανῶν ἀνάστησε τοὺς νεκρούς, δηµιούργησε σὲ µᾶς τοὺς ζωντανοὺς τὴν πίστη στήν ἀνάσταση, ἀφοῦ χωρὶς αὐτή τὴν πίστη εἴµαστε ζωντανοὶ νεκροί, καὶ ἐπισκέψου µας µετὰ τὸ θάνατο, ὥστε καὶ ἐµεῖς, ἂν καὶ νεκροί, νά ἔρθουµε στή ζωή. Μόνο Ἐσύ νά εἶσαι πάντα µαζὶ µας, στή ζωὴ καὶ στό θάνατο, καὶ ἐµεῖς θὰ ἔχουµε πάντα ὅ,τι ἐπιθυµοῦµε. Ἀφοῦ Ἐσύ εἶσαι ἡ ζωὴ καὶ ὁ ζωοδότης, ἀπὸ πάντα καὶ γιά πάντα. Ἀµήν».

http://www.imaik.gr/?p=2283

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

Νά ἀκουμπᾶς τήν στενοχώρια σου στόν Κύριο Ὅσιος Θεοδόσιος Κιέβου

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

Νά μήν ἀπελπίζεσαι ποτέ!
Νά ἔχης πίστη καί κάθε σου στενοχώρια νά τήν ἀναθέτης στόν Κύριο. 
Αὐτός φροντίζει γιά τίς ἀνάγκες μας...
http://www.ecclesiaofperea.org/photos/psalmos%2040-17sm.jpg
 Αὐτός πού ἔστειλε στόυς ἀπειθεῖς Ἰσραηλίτες οὐράνια τροφή στήν ἔρημο,
 μπορεῖ νά κάνη τό ἴδιο καί σέ μᾶς σήμερα, 
ἀρκεῖ νά ἐλπίζουμε ὁλόψυχα σ' Ἀύτόν.
http://vatopaidi.files.wordpress.com/2010/01/cf83ceaccf81cf89cf83ceb70269.jpg 
 http://us.cdn2.123rf.com/168nwm/asb63/asb631302/asb63130200022/18004216-white-flowers-on-a-light-green-background.jpg

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Πως μπορούμε νὰ κατακτήσουμε τὸν Καιρό; ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΙΟΚΛΕΙΑΣ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ ΓΟΥΕΑΡ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΙΟΚΛΕΙΑΣ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ ΓΟΥΕΑΡ

Μόλις κάνουμε μιὰ σοβαρὴ προσπάθεια νὰ προσευχηθοῦμε «ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ», ἀμέσως συνειδητοποιοῦμε ἔντονα τὴν ἐσωτερική μας ἀποσύνθεση, τὴν ἔλλειψη τῆς ἑνότητας καὶ ὁλοκλήρωσής μας. Παρόλες τὶς προσπάθειές μας νὰ σταθοῦμε μπρὸς στὸ Θεό, οἱ σκέψεις συνεχίζουν νὰ τρέχουν ἀνήσυχα καὶ ἄσκοπα μέσα στὸ μυαλό μας, ὅπως τὸ βόμβισμα τῆς μύγας ἢ τὸ ἰδιότροπο πήδημα τῶν πιθήκων ἀπὸ κλαδὶ σὲ κλαδί. Ἐνατένιση σημαίνει πρῶτα ἀπ’ ὅλα, νὰ ὑπάρχεις ἐκεῖ ποὺ βρίσκεσαι – νὰ εἶσαι ἐδῶ καὶ τώρα. 

Ἀλλὰ συνήθως εἴμαστε ἀνίκανοι νὰ σταματήσουμε τὴ σκέψη μας νὰ περιπλανιέται ὅπου τύχει, στὸν τόπο καὶ στὸ χρόνο. 
Θυμόμαστε τὸ παρελθόν, ἀτενίζουμε τὸ μέλλον, σχεδιάζουμε τί θὰ κάνουμε στὴ συνέχεια· ἄνθρωποι καὶ τόποι ἔρχονται μπρός μας σὲ μιὰ ἀτέλειωτη ἀκολουθία. Δὲν ἔχουμε τὴ δύναμη νὰ αὐτοσυγκεντρωθοῦμε στὸ μέρος ἀκριβῶς ποὺ θά ’πρεπε νὰ βρισκόμαστε – ἐδῶ, στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ· εἴμαστε ἀνίκανοι νὰ ζήσουμε ὁλοκληρωτικὰ στὴ μόνη στιγμὴ τοῦ χρόνου ποὺ ἀληθινὰ ὑπάρχει – τὸ τώρα, τὸ ἄμεσο παρόν. Αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ ἀποσύνθεση εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ τραγικὰ ἐπακόλουθα τῆς Πτώσης. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ πετυχαίνουν στὴ ζωή, ἔχει σωστὰ παρατηρηθεῖ, εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ κάνουν μόνο ἕνα πράγμα κάθε φορά. Ἀλλὰ τὸ νὰ κάνεις κάθε πράγμα στὴ σειρά του δὲν εἶναι καθόλου εὔκολο. Ἐνῷ κάτι τέτοιο εἶναι ἀρκετὰ δύσκολο στὴν ἐξωτερικὴ ἐργασία, ἀκόμα δυσκολότερο εἶναι στὴν προσπάθεια τῆς ἐσωτερικῆς προσευχῆς.

Τί πρέπει νὰ γίνει λοιπόν; Πῶς θὰ μάθουμε νὰ ζοῦμε στὸ παρόν, στὴν αἰωνιότητα τοῦ Τώρα;  τὴν ἀποφασιστικὴ στιγμή, τὴ στιγμὴ τῆς εὐκαιρίας; Εἶναι ἀκριβῶς σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο ποὺ ἡ Προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ μπορεῖ νὰ βοηθήσει. Ἡ ἐπανειλημμένη Ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος μπορεῖ νὰ μᾶς φέρει, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴ διαίρεση στὴν ἑνότητα, ἀπὸ τὴ διάσπαση καὶ τὴν πολλαπλότητα στὴν ἑνοποίηση. «Γιὰ νὰ σταματήσεις τὸ συνεχῆ συνωστισμὸ τῶν σκέψεών σου», λέγει ὁ ἐπίσκοπος Θεοφάνης, «πρέπει νὰ δέσεις τὴ διάνοιά σου μὲ μία σκέψη ἢ μὲ τὴ σκέψη τοῦ Ἑνὸς μόνο»1.

Οἱ ἀσκητὲς Πατέρες, ἰδιαίτερα ὁ Βαρσανούφιος καὶ o Ἰωάννης, διαχωρίζουν δύο τρόπους γιὰ τὸν πόλεμο τῶν λογισμῶν.

Ἡ πρώτη μέθοδος εἶναι γιὰ τοὺς «δυνατοὺς» ἢ τοὺς «τέλειους». Αὐτοὶ μποροῦν νὰ «ἀντιλέγουν» στοὺς λογισμούς τους, δηλαδὴ νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζουν πρόσωπο μὲ πρόσωπο νὰ τοὺς ἕλκουν σὲ κατὰ πρόσωπο ἀναμέτρηση. Ἀλλὰ γιὰ τοὺς περισσότερους ἀπὸ μᾶς μιὰ τέτοια μέθοδος εἶναι πολὺ δύσκολη, καὶ ἴσως πράγματι ὁδηγήσει σὲ οὐσιαστικὴ ζημία. Ἡ ἄμεση ἀναμέτρηση, ἡ προσπάθεια νὰ ἐκριζώσουμε καὶ νὰ ἀποβάλουμε λογισμοὺς μὲ τὴ δύναμη τῆς θέλησής μας, συχνὰ δίνει ἁπλῶς μεγαλύτερη δύναμη στὴ φαντασία μας.

Οἱ φαντασιώσεις μας, βίαια καταπιεσμένες, τείνουν νὰ ἐπιστρέψουν μὲ μεγαλύτερη δύναμη. Ἀντὶ νὰ μαχόμαστε τοὺς λογισμούς μας κατευθείαν καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ τοὺς ἀποδιώξουμε μὲ μιὰ προσπάθεια τῆς θέλησης, εἶναι σοφότερο νὰ στραφοῦμε καὶ νὰ προσηλώσουμε τὴν προσοχή μας ἀλλοῦ. Ἀπὸ τὸ νὰ ἀτενίζουμε κάτω, μέσα στὴν ταραγμένη φαντασία μας καὶ νὰ συγκεντρωνόμαστε γιὰ νὰ ἐναντιωθοῦμε στὶς σκέψεις μας, καλύτερα θὰ εἶναι νὰ κοιτάξουμε πρὸς τὰ πάνω, πρὸς τὸν Κύριο Ἰησοῦ καὶ νὰ ἐμπιστευθοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας στὰ χέρια Του, ἐπικαλούμενοι τὸ Ὄνομά Του· καὶ ἡ χάρη ποὺ ἐνεργεῖ διαμέσου τοῦ Ὀνόματός Του θὰ ὑπερπηδᾶ τοὺς λογισμούς, τοὺς ὁποίους δὲ θὰ μπορούσαμε νὰ ἐξαλείψουμε μὲ τὴ δικιά μας δύναμη.

Ἡ πνευματική μας στρατηγικὴ θὰ πρέπει νὰ εἶναι θετικὴ καὶ ὄχι ἀρνητική: ἀντὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ ἀδειάσουμε τὴ σκέψη μας ἀπὸ ὁτιδήποτε κακό, θὰ εἶναι καλύτερα νὰ τὴ γεμίζουμε μὲ ὅ,τι καλό.
«Μὴν ἀντιλέγεις στὶς σκέψεις ποὺ ἔρχονται ἀπ’ τοὺς ἐχθρούς σου» συμβουλεύουν ὁ Βαρσανούφιος καὶ ὁ Ἰωάννης, «γιατὶ αὐτὸ ἀκριβῶς αὐτοὶ θέλουν καὶ δὲ θὰ πάψουν νὰ σὲ ἐνοχλοῦν. Ἀλλὰ γύρισε στὸν Κύριο γιὰ νὰ σὲ βοηθήσει ἐναντίον τους, καταθέτοντας μπροστά Του τὴ δική σου ἀδυναμία· διότι Αὐτὸς εἶναι ἱκανὸς νὰ τοὺς ἐκδιώξει καὶ νὰ τοὺς ἐκμηδενίσει»

Από το βιβλίο  ''Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ'' εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ.

Δια των Αγίων λειψάνων αισθανόμαστε και προγευόμαστε την Δόξα της Βασιλείας του Θεού

Οἱ ἅγιοι ὡς μέτοχοι καὶ μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ φανερώνουν μὲ τὰ χαρίσματά τοῦς τὸ Χριστό ποὺ κατά τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή μένει αἰσθητά ἀθέατος. Ἡ μίμηση τῶν ἁγίων εἶναι μίμηση τοῦ Χριστοῦ καὶ συμπόρευση μὲ τὸ ἐνιαῖο καὶ ἀδιαίρετο σῶμα Του, τὴν Ἐκκλησία. Ἀναφερόμενο τὸ κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας στοῦς ἁγίους καὶ ἀκολουθώντας τὴν ὁδό ποὺ αὐτοί «ἐπόμενοι τῶ Χριστῶ» ὑπέδειξαν, ἀποκτᾶ «ὁμοήθειαν Χριστοῦ».
      Στὴν προοπτική αὐτή κατανοεῖται καὶ ἡ ἰδιαίτερη τιμή ποὺ ἀποδίδει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὰ ἱερά λείψανα τῶν ἁγίων ἀποτελοῦν γιά τούς πιστούς ταμεῖα χάριτος, πηγές ἱαμάτων, ἁπτή αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τῆς ζωογόνου αὔρας ποὺ ἐμφυσά στὴν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. 

  Ἐκφράζουν τὴν προσδοκία τῆς Ἀναστάσεως ἀπό τὸ σῶμα τῶν πιστῶν γι’ αὐτό εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι μερικοί διῶκτες τῶν χριστιανῶν ἔκαιαν τὰ σώματα τῶν μαρτύρων καὶ προσπαθούσαν νὰ τὰ ἐξαφανίσουν μὲ κάθε τρόπο, νομίζοντας ὅτι κατ’ αὐτό τὸν τρόπο θὰ ἐπετύγχαναν νὰ ἐξαφάνιζαν τὴν ἐλπίδα τῆς Ἀναστάσεως ποὺ ἐνθάρυνε καὶ ζωοποιοῦσε τοὺς χριστιανοὺς καὶ ἤλεγχε τὰ ἔργα τους.

  Διά τῶν ἁγίων λειψάνων αἰσθανόμαστε καὶ προγευόμαστε τὴν Δόξα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ποὺ μὲ ὁρατά σημεῖα χαριτώνει τὰ σώματα αὐτῶν πού ἀπό αὐτῆ τὴ ζωή ἔζησαν μέσα στὴ δωρεά τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Ἐπιβεβαιώνεται ὅτι ὁ δεσμός ψυχής καὶ σώματος, ὕλης καὶ πνεύματος εἶναι ἄρηκτος καὶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος καλεῖται ὡς ψυχοσωματική ὀντότητα καὶ πρόσωπο νὰ σωθεί καὶ νὰ δοξασθεῖ ἀπό τὸ Θεό. Δοξάζονται λοιπόν καὶ τὰ σώματά των ἐνῶ τὸ πνεῦμα τοῦς «συνευφρένεται ἐν οὐρανοῖς», αὐτῶν πού δι’ ἔργων «ἔκλιναν ὑπήκοα» στὴν κλήση τοῦ Θεοῦ.
Γιά τὸ λόγο αὐτό ὁ καλύτερος τρόπος νὰ προσεγγίσουμε ὀρθόδοξα τὴν πραγματικότητα τοῦ σώματος εἶναι νὰ προσκυνήσουμε τὰ ἱερά λείψανα τῶν Ἁγίων. Ὁ ἀσπασμός ἐνός ἁγίου λειψάνου μεταγγίζει Χάρη στό σῶμα μὰς, παρέχει στὴν ὑπαρξή μας μέσα ἀπό τὴ σωματική μας αἴσθηση τὸ νὰ συνειδητοιεῖ τόσο τὸ περιορισμένο ὅσο καὶ τὴ μεγαλωσύνη, τὴ φθορά καὶ τὴν ἀφθαρσία τοῦ σώματός μας · μὲ ἄλλα λόγια προγευόμαστε τὸ μυστήριο τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ Θεοῦ.Ἡ μετάγγιση τῆς Ζωῆς μέσα ἀπό τὰ νεκρά ἀλλά ζωηφόρα σώματα τῶν Ἁγίων περνᾶ στὰ δικά μας σώματα καὶ μᾶς ὁδηγεῖ σὲ μιὰ ρεαλιστική ὑλικοπνευματική ἀνθρωπολογία ἀπό τὴν ὁποία τόση ανάγκη ἔχουμε στὶς μέρες μας καὶ τῆς ὁποίας οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἔχουν σαφῶς θέσει τὰ θεμέλια.

  Υπάρχουν καὶ πάθη μακάρια καὶ κοινές ἐνέργειες ψυχῆς καὶ σώματος οἱ ὁποίες δὲν προσηλώνουν τὸ πνεῦμα στὴ σάρκα ἀλλά ἀνυψώνουν τὴ σάρκα κοντά στὴν ἀξία τοῦ πνεύματος καὶ πείθουν καἰ αὐτή νὰ κυττάξει πρὸς τὰ πάνω. 
Ποιές εἶναι αὐτές; Οἱ πνευματικές οἱ ὁποῖες δὲν προχωρούν ἀπό τὸ σῶμα πρὸς τὸ νοῦ, ὅπως εἴπαμε καὶ προηγουμένως, ἀλλά διαβαίνουν ἀπό τὸ νοῦ πρὸς τὸ σῶμα καὶ δι’ αὐτῶν τῶν ἐνεργημάτων καὶ παθημάτων τὸ μετασχηματίζουν πρὸς τὸ καλύτερο καὶ τὸ θεουργοῦν. Ὅπως δηλαδή κοινή στό σῶμα καὶ στήν ψυχή εἶναι ἡ θεότητα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία θέωσε τὴν σάρκα διὰ μέσου τῆς ψυχῆς, ἔτσι καὶ στοὺς πνευματικούς ἄνδρες ἡ χάρη τοῦ πνεύματος, καθώς διαδίδεται διὰ μέσου τῆς ψυχής πρὸς τὸ σῶμα, ἐπιτρέπει καὶ σ’ αὐτό νὰ πάσχει τὰ θεῖα καὶ νὰ συμπάσχει μακαρίως μὲ τὴν ψυχή ποὺ ἔχει πάθει τὰ θεῖα, ἡ ὁποῖα, ἐπειδή πάσχει τὰ θεῖα, ἔχει ὁπωσδήποτε καὶ παθητικό ἐπαινετό καὶ θεῖο· μᾶλλον δὲ, ἀφοῦ ἕνα εἶναι σ’ ἐμᾶς παθητικό, ἔχει τὴν ἰδιότητα νἀ παίρνει τέτοια μορφή.  Ἀφοῦ λοιπόν προέλθει καὶ τὸ σῶμα στὴ μακαρία αὐτή κατάσταση θεουργεῖ, μή κινούμενο τότε ἀπό τὰ σωματικά καὶ ὑλικά μαθήματα, ἄν καὶ (εἶναι) δυνατόν νὰ φαίνεται ἔτσι σ’ αὐτούς ποὺ δὲν ἔχουν ἐμπειρία (τέτοια), ἀλλά ἐπιστρέφοντας τὸ ἴδιο τὸ σῶμα πρὸς τὸν ἐαυτό τοῦ, ἀπομακρυνόμενο ἀπό τὴ σχέση τοῦ πρὸς τὰ χειρότερα καὶ ἐμπνέοντας τὸ ἴδιο (τὸ σῶμα) ἀπό μόνο του ἁγιασμό καὶ ἀναφαίρετη θεώρηση, τοῦ ὁποίου ἐναργές τεκμήριο εἶναι οἱ θαυματοποιοί σοροί τῶν ἁγίων. Τοῦ δὲ πρωταγωνιστῆ Στεφάνου, καὶ ὅταν ζοῦσε ἀκόμα «τὸ πρόσωπον ἐφάνη ὡς πρόσωπον ἀγγέλου». Ἅρα λοιπόν δὲν ἔπαθε τὰ θεῖα καὶ τὸ σῶμα; Ἐπομένως τόσο αὐτό τὸ πάθος ὅσο καὶ ἡ κατά αὐτό ἐνέργεια εἶναι κοινή τῆς ψυχής καὶ τοῦ σώματος. Ήδη ἀπό τὴν ἐποχήν τῶν διωγμῶν οἱ Χριστιανοί τιμοῦσαν τὰ λείψανα τῶν Μαρτύρων. Ἀργότερα, περί τὸ 400 μ. Χ., ἡ τιμή ἐπεξετάθηκε καὶ εἰς τὰ ἅγια λείψανα τῶν ὁμολογητῶν καὶ ὁσίων, ἀφοῦ καὶ οἱ μοναχοί, ὡς «μαρτυρούντες τῆ συνειδήσει», προσέφεραν τὴν ζωή τους θυσία εὐάρεστη στὸν Θεόν, ἔγιναν ὄργανα ἐκλεκτά τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ πῆραν ξεχωριστή θέσι στὶς ψυχές τῶν πιστῶν. Ἐνῶ ἀκόμη ζοῦσαν τελοῦσαν θαύματα μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἦσαν προικισμένοι.
      Ἡ ἴδια θαυματουργική δύναμις, καὶ ὕστερα ἀπό τὴν ἔξοδον τῆς ψυχῆς ἀπό τὸ σῶμα, κατοικεῖ μέσα στὰ ἅγια λείψανα καὶ αὐτή εἶναι, ποὺ ἐνεργεῖ τὰ θαύματα.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὡραῖα ἐξηγεῖ, ὅτι ἡ δύναμις, ποὺ ἐκπηγάζει ἀπό τὰ λείψανα τῶν ἁγίων, εἶναι «ἡ τοῦ πνεύματος χάρις, ἡ τοῖς ὀστέοις παρακαθημένη καὶ τοῖς ἁγίοις συνοικοῦσα». Εἶναι δηλαδή ἡ δύναμις, ποὺ εἶχε ἡ πνευματοφόρος καὶ χρισσστοφόρος ψυχή κάθε ἁγίου, ἀπό τότε πού βρισκόταν στὴν ζωή καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ συνοδεύη τὸ νεκρόν σῶμα. Τοῦτο διδάσκει καὶ ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσλύμων, ὅταν γράφη: «καὶ ψυχῆς μὴ υπαρχούσης ἐν τῶ νεκρῶ σώματι, ἔγκειταί τις δύναμις εἰς τὰ σώματα τῶν Ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων, διά τὴν ἐν τοσούτις ἔτεσιν ἐνοικήσασαν ἐν αὐτοῖς δικαίαν ψυχήν». Ἡ δύναμις αὐτή – πάλιν κατά τὸν ἱερόν Χρυσόστομον – δὲν μένει στάσιμος, ἀλλά «ἁπό ψυχῆς εἰς σώματα καὶ ἀπό σωμάτων εἰς ἱμάτια καὶ ἀπό ἱματίων εἰς ὑποδήματα καὶ ἀπό ὑποδημάτων εἰς σκιάς ἐκτρέχει». Ἡ θεία Χάρις, λοιπόν, ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού κατοικεῖ μέσα εἰς τοὺς Ἁγίους, ἀποτελεῖ μόνιμο κτῆμα καὶ ιδιότητα, ὄχι μόνον τῆς ψυχῆς, ἀλλά καὶ τοῦ σώματός των, μὲ τὸ οποῖον ἡ ψυχή στενά συνδεόταν κατά τὴν διάρκεια τῆς ἐπιγείου ζωής, καὶ Αὐτή εἶναι ποὺ θαυματουργεῖ. Θὰ σημειώσωμε, ἀκόμη, ὅτι τὰ θαύματα, ποὺ γίνονται, διά τῶν λειψάνων ἀπό τὶς «χριστοφόρες» ψυχές τῶν Ἁγίων, ἀποτελοῦν συνέχεια τῶν θαυματουργικῶν πράξεων τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος διαβεβαίωσε τοὺς μαθητάς Του ὅτι «ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ τὰ ἔργα ἅ ἐγώ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσεις καὶ μείζονα τούτων ποιήσει» (Ἰωάν. 14, 12).
Καὶ οἱ Χριστιανοί, ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν ἀνοικτοὺς «τῆς πίστεως τοὺς ὀφθαλμούς», ἀξιώνονται τῆς Χάριτος αὐτῆς, ποὺ ξεχύνεται πλούσια ἀπό τὰ λείψανα τῶν Ἁγίων. «Ἡ γάρ ἐπλανθοῦσα (τοῖς λειψάνοις) χάρις διανέμει τὰ δῶρα, τῆ πίστει τῶν προσιόντων τὴν φιλοτιμίαν μετροῦσα».
      Τέλος ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος παρομοιάζει τὰ σωζόμενα λείψανα τῶν ἁγίων μὲ ρίζες δένδρων , ποὺ τὰ κλαδιά των ἀνυψώνονται στοὺς οὐρανούς, τοὺς καρπούς των ὅμως οἱ πιστοί ἀπολαμβάνουν, παίρνοντάς τους ἀπό τὶς ρίζες. «Λείψανα ἁγίων – γράφει – ρίζαι κάτω πεφυτευμέναι, καὶ τοὺς κλάδους εἰς τὸν οὐρανόν ἀνατείνουσαι. Βούλει καὶ τῶν κλάδων τούτων τοὺς καρπούς ἰδεῖν; Ἄνοιξον ἡμίν τοὺς τῆς πίστεως ὀφθαλμούς καὶ εὐθέως ἐπεδείξω σοι φύσιν καρπῶν θαυμαστῶν˙ ... σωμάτων πεπυρωμένων ἴασις καὶ ἁμαρτημάτων συγχώρησις καὶ κακίας ἀναίρεσις ... Πόσοι γοῦν ἐξ οὗ τὸ σῶμα ἐφυτεύθη τοῦτο ἐν τῆ γῆ, μυρίας ἐτρύγησαν ἰάσεις ἀπὸ τῆς ἁγίας ταύτης θήκης, καὶ οὐκ ἀπέλιπεν ὁ καρπός».
       Πρέπει νὰ τιμοῦμε τοὺς ἁγίους ὡς φίλος τοῦ Χριστοῦ, ὡς παιδιά καὶ κληρονόμους τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει ὁ θεολόγος καὶ εὐαγγελιστής Ἰωάννης˙ «Ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοίς τέκνα Θεοῦ γενέσθαι» «Ὥστε οὔκ εἰσιν ἔτι δοῦλοι, ἀλλ’ υἱοί˙ οἱ δὲ υἱοί καὶ κληρονόμοι, κληρονόμοι μεν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ».
Οἱ ἅγιοι ἔχουν γίνει θησαυροφυλάκια τοῦ Θεοῦ καὶ καθαρά καταλύματα. «Ἐνοικήσω γὰρ ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω», λέει ὁ Θεός, «καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός».
      Λέει βέβαια ἡ θεία Γραφή ὅτι «ψυχαί δικαίον ἐν χειρί Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν ὁ θάνατος»˙ γιατί ὁ θάνατος˙ «Ἐκοπίασαν γὰρ εἰς τὸν αἰῶνα καὶ ζήσονται εἰς τέλος». Καὶ˙ «Τίμιος ἐναντίον Κυρίου ὁ θάνατος τῶν ὁσίων αὐτοῦ». Λοιπόν τὶ πολυτιμότερον «ὑπάρχει ἀπό τὸ νὰ εἶναι κανείς στὸ χέρι τοῦ Θεοῦ; Διότι ὁ Θεός εἶναι ζωή καὶ φῶς, καὶ αὐτοί ποὺ εἶναι μέσα στὸ χέρι τοῦ Θεοῦ, εἶναι μέσα στὴ ζωή καὶ μέσα στὸ φῶς.
      Ὅτι πάλι κατοίκησε καὶ μέσα στὰ σώματά των ὁ Θεός διά μέσου τοῦ νοῦ, τὸ λέει ὁ ἀπόστολος˙ «Οὐκ οἴδατε ὅτι τὰ σῶματα ὑμῶν ναός τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματος ἐστίν; Ὁ δὲ Κύριος τὸ Πνεῦμα ἐστι». Καὶ «Εἰ τις τὸν ναόν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός». Πῶς λοιπόν δὲν πρέπει νὰ τιμοῦμε τοὺς ἔμψυχους ναούς τοῦ Θεοῦ; Αὐτοί ζωντανοί στέκονται μὲ παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
      Ὁ Δεσπότης Χριστός μᾶς χάρισε ὡς σωστικές πηγές τὰ λείψανα τῶν ἁγίων, ποὺ πηγάζουν μὲ πολλούς τρόπους τὶς εὐεργεσίες, ποὺ ἀναβρύουν μύρο εὐωδίας˙ καὶ κανείς νὰ μὴν ἀπιστεῖ. Γιατί, ἄν ἀπό σκληρό καὶ ἀπόκρημνο βράχο πήγασε νερό στὴν ἔρημο, ἐπειδή θέλησε ὁ Θεός, καὶ ἀπό τὴν σιαγόνα ὄνου, ὅταν δίψασε ὁ Σαμψών, εἶναι ἀπίστευτο νὰ αναβλύζει εὐωδιαστό μύρο ἀπό λείψανα μαρτύρων; Καθόλου γι’ αὐτούς ποὺ γνωρίζουν τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ, καὶ τὴν τιμή ποὺ ἔχουν οἱ ἅγιοι ἀγιοι ἀπ’ Αὐτόν.
     Γιά τόν νόμο ἦταν ἀκάθαρτος καθένας ποὺ ἄγγιζε νεκρό, ἀλλά αὐτοί δὲν ἦταν νεκροί νεκροί. Γιατί ἀπό τὴ στιγμή ποὺ ἡ αὐτοζωή, ὁ αἴτιος τῆς ζωῆς, συγκαταριθμήθηκε μὲ τοὺς νεκρούς, δὲν ὀνομάζουμε νεκρούς αὐτούς ποὺ κοιμήθηκαν μὲ τὴν πίστη σ’ Αὐτόν. Γιατί πῶς εἶναι δυνατό νὰ θαυματουργεῖ νεκρό σῶμα;
      Πῶς λοιπόν ἐκδιώκονται μὲ αὐτά οἱ δαίμονες, ἀπομακρύνονται οἱ ἀρρώστιες, θεραπεύονται οἱ ἀσθενεῖς, ἀποκτοῦν τὸ φῶς των οἱ τυφλοί, καθαρίζονται λεπροί, παύουν οἱ πειρασμοί καὶ οἱ θλίψεις, κάθε καλή δόση κατέρχεται διά μέσου αὐτῶν ἀπό τὸν Πατέρα τῶν φώτων σ’ αὐτούς ποὺ τὴ ζητούν μὲ ἀδίστακτη πίστη; Πόσο θὰ κοπίαζες γιά νὰ βρεῖς προστάτη νὲ σὲ παρουσιάσει σὲ θνητό βασιλιά καὶ νὰ μιλήσει σ’ αὐτόν γιά χάρη σου; Λοιπόν δὲν πρέπει νὰ τιμοῦμε τοὺς προστάτες ὅλου τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ποὺ παρακαλοῦν τὸ Θεό γιά χάρη μας;
      Ἔρχεται λοιπόν ὁ ἀρχιερεύς εἰς τὸν παλαιόν ἅγιον ναόν, ὅπου εἶχε βάλη πρότερον τὰ λείψανα, καὶ ἄφ’ οὗ εἶπη δύο εὐχάς, αἱ ὁποῖαι εὐχαριστίαν ἔχουσι πρὸς τὸν Θεόν διά τὴν δωρεάν τῶν μαρτυρικῶν λειψάνων, φέρει αὐτά ἐπί κεφαλῆς καὶ ἐλθών εἰς τὸν νέον ναόν, τὰ βάλλει κάτω κατά τὴν τάξιν˙ ἐπειδή δὲν εἶναι συκεχωρημένον καὶ νόμιμον νὰ ἐκτελῆται ἡ καθιέρωσις ἄνευ λειψάνων μαρτυρικῶν ἤ ὁσίων ἁγίων, καθότι οἱ μάρτυρες εἶναι τὰ θεμέλια τῆς Ἐκκλησίας οἰκοδομηθέντα ἐπάνω εἰς τὸ θεμέλιον τοῦ Σωτῆρος. Διά τοῦτο πρέπει νὰ ἦναι αὐτοί εἰς τὴν Ἐκκλησίαν ὑποκάτω τοῦ θυσιαστηρίου διότι τοῦτο εἶναι ἡ κυρίως Ἐκκλησία καὶ ὁ θρόνος τοῦ Θεοῦ. Ὅθεν καὶ χρίεται μὲ μύρον καὶ ἔχει τὸ Εὐαγγέλιον, καὶ καλῶς καὶ πρεπόντως εἶναι ὑπ’ αὑτό τῶν ἁγίων τὰ λείψανα, καὶ δὲν εἶναι δυνατόν ἄνευ λειψάνων ἁγίων νὰ καθιερωθῆ ναός, καθώς οἱ ἅγιοι ἐθέσπισαν.
 Τὰ λείψανα δὲ βάλλονται πρότερον εἰς ναόν ἄλλον παλαιόν ὡς ἡγιασμένα, καὶ θυσιαστήρια Χριστοῦ, διότι ἐθυσιάσθησαν δι’ αύτόν, καὶ βάλλονται δὲ εἰς δίσκον ἱερώτατον, ἐπειδή μετέχουσι τῆς ἰδίας τιμῆς τοῦ Δεσπότου, ὡς ἠγωνισμένοι δι’ αὐτόν, καὶ βάλλονται ἐπί τραπέζης καθιερωμένης, ἐπειδή συναπέθανον τῶ Χριστῶ, καὶ παρίστανται εἰς τὸν θεῖον θρόνον τῆς δόξης του. Διά τοῦτο τὰ ὑψόνει μὲ δίσκον, καὶ ὑπέρ τὴν κεφαλήν ὁ Ἀρχιερεύς τιμῶν αὐτά καθώς καὶ τὸ αίμα τοῦ Δεσπότου. Ἄν πρὸς ὅλους τοὺς πιστούς ἁπλῶς λέγει ὁ Παῦλος˙ «Ὑμεῖς ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους», πολλῶ μᾶλλον θέλουν εἶναι σῶμα καὶ μέλη Χριστοῦ ὅσοι διά τὴν δόξαν του ἠγωνίσθησαν καὶ τὸν θάνατόν του ἐμιμήθησαν. 
      Ἡ ἀνταπόκριση τοῦ κτίσματος στὴ θεία κλήση συντελεῖται στὴν Ὀρθοδοξία μὲ τὴν ἐκούσια (ἐλεύθερη) ἀποδοχή τῆς θεραπείας τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως, ποὺ αὐτή προσφέρει. Συνίσταται δὲ ἡ θεραπεία σὲ μιά πορεία, πού ἀναλύεται σὲ τρία στάδια: α) κάθαρση τῆς καρδιάς ἀπό τὰ πάθη καὶ τοῦ νοῦ ἀπό τοὺς λογισμούς (καλούς καὶ κακούς), β) φωτισμό-ἐπίσκεψη τῆς καρδιάς ἀπό τὸ ἅγιο Πνεῦμα καὶ γ) θέωση, ἀποκατάσταση δηλ. τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως μὲ τὸν δοξασμό της μέσα στὴν ἄκτιστη ἁγιοτριαδική χάρη. Αὐτή τὴ σωστική πορεία ἀκολουθοῦν οἱ Ἅγιοι (πρβλ. τὸν λόγο τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου: «καὶ καθαίρεις, καὶ λαμπρύνεις, καὶ φωτός ποιεῖς μετόχους»). Μυστήρια καὶ ἄσκηση συμπορεύονται σὲ μία συμπληρωματική σχέση στὴν Ὀρθοδοξία. Ἡ ἄσκηση, ὡς «ἐκ τοῦ παρά φύσιν εἰς τὸ κατά φύσιν ἐπάνοδος» (Ἰ. Δαμασκηνός, PG. 94, 976) καὶ τὰ Μυστήρια ὡς μεταδοτικά τῆς Χάριτος μέσα.
      Κατανοεῖται, συνεπῶς , γιατί ἡ αντίθεση ἀσκητισμοῦ καὶ ἠθικισμοῦ εἶναι στὴν Ὀρθοδοξία ἀγεφύρωτη. Ὁ ἠθικισμός ρυθμίζει τὸ ἦθος, ὑποβάλλοντας στὶς ἐπιταγές κάποιας Ἠθικῆς, βασιζόμενος στὶς φυσικές δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου, Ἔτσι καταλήγει ἀναπόφευκτα στὸν φαρισαϊσμό, δηλαδή τὴν «αυτοδικαίωση» καὶ «εργοσωτηρία». Ὁ ἀσκητισμός -ἀντίθετα- ἐπιζητεῖ, μὲ τὰ θεόσδοτα μέσα ποὺ διαθέτει, τὴν κάθαρση τῆς καρδιάς γιὰ νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν -ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ- ναός τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ὥστε νὰ ἀναβλύζει «τὸν καρπό του» (Γαλ. 5, 22). Ὁ ορθόδοξος ἀσκητισμός ἀποκαθιστᾶ τὸν λυτρωτικό διάλογο κτιστοῦ καὶ Ἀκτίστου ὡς κοινωνία μεταξύ τους καὶ δυνατότητα θεώσεως τοῦ κτίσματος, δεδομένου, μάλιστα, ὅτι ἡ θέωση δὲν εἶναι ἀντιμισθία, ἀλλά Χάρη. Ἡ ἄσκηση ἁπλῶς καθιστᾶ τὸν ἄνθρωπο δεκτικό τῆς σωτηρίας.
      Ἡ Ἐκκλησία, λειτουργεῖ ἱστορικά ὡς ἐσχατολογική κοινωνία, δηλαδή κοινωνία θεώσεως.
Ἡ θεραπεία τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως ὡς ἀπελευθέρωσή της ἀπό τὴν θνητότητα καὶ τὴ φθορά συνεπιφέρει καὶ τὴν ελευθερία ὅλης τῆς κτίσεως, ὡς φύσεως, «ἀπό τῆς δουλείας τῆς φθοράς» 9Ρωμ. 8, 21). «Δεῖ γάρ τὸ φθαρτόν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητόν τοῦτο ἐνδύσασθαι ἀθανασίαν» (Α’ Κορ. 15, 53). Ἡ ἐμπειρία τῆς Ὀρθοδοξίας φανερώνει –καὶ αὐτό εἶναι ἄγνωστο στὴ Μὴ Ὀρθοδοξία- ὅτι ὁ λόγος αὐτός δὲν ἀφορᾶ σὲ καταστάσεις τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, ἀλλά καὶ τοῦ παρόντος. Ἡ ὑπέρβαση τῆς φθορᾶς ἀπό τὸ κτιστό εἶναι γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία πραγματικότητα ποὺ συντελεῖται μέσα στὸν ἱστορικό χρόνο, ὅπως ἀποδεικνύουν τὰ λείψανα τῶν Ἁγίων, μὲ τὴν ἀναστολή τῆς φυσικῆς φθορᾶς καὶ τῆς φυσικῆς διαλύσεως τοῦ κυτταρικοῦ τους συστήματος. Τὰ ἱερά λείψανα, ὅπως ἐκεῖνο τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος († 348) στὴν Κέρκυρα, εἶναι ἁπτή γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ἀπόδειξη τοῦ γογονότος τῆς θεώσεβω, τὴς κοινωνίας κτιστού - Ἀκτίστου, ἀλλά συγχρόνως καὶ αὐτοβεβαίωσή της. Τὸ ἴδιο μπορεῖ νὰ λεχθεῖ καὶ γιὰ τὴν ὐπέρβαση τῆς φθορᾶς στὴν ἴδια τὴν ἄλογη κτίση, ὄπως συμβαίνει μὲ τὴν ἀφθαρσία τοῦ ἁγιασμένου ὕδατος (ἁγιασμοῦ). Μὲ ἀυτά τὰ θεουργικά γεγονότα σώζεται διαχρονικά ἡ Ὀρθοδοξία καὶ ὄχι μὲ τὶς μεταφυσικές πτήσεις καὶ τὶς στοχαστικές ὡραιολογίες ἡμῶν κατ’ ἐπάγγελμα Θεολόγων. 

Συμεών μοναχὸς καὶ φιλόσοφος, Ἐγκωμιαστικὸς λόγος εἰς τὸν ἅγιον καὶ πανένδοξον μεγαλομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, Δημήτριον

Великомученик Димитрий Солунский
1. Φίλοι τοῦ μάρτυρα, σήμερα μᾶς συγκέντρωσε ὁ σπουδαῖος ἀνάμεσα στοὺς ἀγωνιστὲς τοῦ Χριστοῦ Δημήτριος, ὁ ἀληθινὸς πολιοῦχος καὶ θερμοτατος προστάτης μας, προσφέροντάς μας τοὺς ἄθλους του σὲ πνευματικὸ συμπόσιο.
Ὅτι ἦταν λοιπὸν ξεχωριστὸς ὁ ἄνθρωπος καὶ ὑπερεῖχε ἀπ᾿ ὅλους τοὺς ἄλλους σὲ δύο πράγματα, στὴ γενιὰ καὶ τὴν εὐημερία τῆς φύσης, καθὼς καὶ στὴ σύνεση τῶν θείων καὶ τὴ δόξα τῶν ἀνθρώπινων εἶναι φανερὸ ἀπὸ πολλά, ποὺ τὸ δείχνουν καθαρά, ὅλα ὅσα σχετίζονται μ᾿ αὐτόν, ὅτι ἦταν ὅμως καὶ στοὺς ἄθλους ἀσυναγώνιστος, τὸ ἐπιβεβαιώνουν αὐτὰ ποὺ βλέπουμε.
Ποιὰ τιμὴ λοιπὸν τόσο μεγάλη καὶ ὑπέροχη, καὶ χοροστάσια μὲ τὴ συμμετοχὴ ὅλου του λαοῦ καὶ ἄσματα γεμάτα χάρη, τοῦ ἔχουν ἀποδώσει ἀκόμη καὶ οἱ ἴδιοι οἱ βασιλιάδες περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον;
Καὶ ἂν αὐτὰ ποὺ τελοῦμε ἐδῶ γιὰ τὰ μαρτύρια καὶ τοὺς ἄθλους του, ποὺ ἔκανε γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ, τὸν ἀποδεικνύουν τόσο σπουδαῖο καὶ λαμπρό, πόσο σπουδαῖο θὰ τὸν ἀναδείξει ἡ εὐτυχία του στοὺς οὐρανούς;
Ἐπειδὴ λοιπὸν εἶναι νικητὴς σὲ κάθε λόγο, δὲν εἶναι καθόλου ἄξιο ἀπορίας ἂν θὰ κατανικήσει καὶ τοὺς δικούς μας ἐπαίνους. Ἀπὸ ἐδῶ λοιπὸν θὰ ἀποδειχτεῖ πολὺ περισσότερο ἄξιος θαυμασμοῦ, γιατὶ ὑστεροῦν ὅλοι λόγω τῆς ἀνωτερότητας τῆς δόξας του καὶ θὰ δοξαστεῖ περισσότερο, γιατὶ μειονεκτοῦν ὅλοι μετὰ ἀπὸ αὐτόν.

2. Θὰ ἀδιαφορήσουμε λοιπὸν γιὰ ἕνα τόσο σπουδαῖο θέμα ἂν καὶ ἔχουμε ἀνταποκριθεῖ πιὸ ἀργὰ ἀπὸ τὸν κατάλληλο χρόνο καὶ γιὰ νὰ μὴ φανοῦμε κατώτεροι ἀπὸ τοὺς προηγούμενους ὁμιλητές του μάρτυρα; Τόσο πολὺ θὰ διστάσουμε, ὥστε νὰ νομίζουμε ὅτι μὲ τὸ νὰ μὴν τὸν ἐγκωμιάζουμε τιμοῦμε περισσότερό τους ἑαυτούς μας καὶ καθαγιάζουμε τὴ γλώσσα; Σὲ καμιὰ περίπτωση. Καὶ αὐτὸ λοιπὸν τὸ ὅτι δὲν ἐπαρκοῦν οἱ λόγοι γιὰ τὴν ἀξία ἐκείνου καὶ ὑποχωροῦν μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο του ἀποτελεῖ μεγάλη φιλοδοξία γιὰ ὅσους τὸν ἐπαινοῦν. Τόσο μεγάλη δόξα εἶναι ὁ ἔπαινος τοῦ μάρτυρα.

3. Μιὰ καὶ ἔχω τονίσει ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ προοίμιο τοῦ λόγου ὅτι αὐτὸς ἦταν ἐξαιρετικὸς σὲ ὅλα καὶ πανένδοξος καὶ στὰ δύο, ἀπὸ ποῦ νὰ ἐπιχειρήσω νὰ πλέξω τὸ ὑφάδι τῶν ἐγκωμίων; Ἀπὸ ὅπου λοιπὸν καὶ νὰ θελήσουμε, θὰ βροῦμε εὔκολα πολλὰ καὶ σπουδαία καὶ δὲν θὰ παραχωρήσουμε γενικὰ (ἐνν. τὸ ὑφάδι τῶν ἐγκωμίων) σὲ κανέναν ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὴν ἐξουσία καὶ τὰ πρωτεῖα, μέχρι ποὺ κανεὶς λόγος δὲν θὰ μὲ πείθει ὅτι δὲν καμαρώνουν οἱ μάρτυρες μὲ τοὺς ἐπαινετικοὺς λόγους, ποὺ ἀφιερώνονται σ᾿ αὐτούς, σὰν νὰ εἶναι δικοί τους.
Νὰ μιλήσει λοιπὸν κανεὶς γιὰ τὴ γενιά του, ποιὰ ἦταν, καὶ γιὰ τὴν οἰκογενειαά του καὶ γιὰ τὴν πατρίδα του καὶ γιὰ τὴ στρατιωτική του δύναμη καὶ τὴν ἐπαγγελματική του σταδιοδρομία καὶ τὴν εὐτυχία καὶ τὸν κλῆρο, τὰ ὁποῖα κέρδισε μὲ ἀφθονία χάρη στὴν εὐσέβεια καὶ στὶς δύο ζωές του, θὰ τραβοῦσε πολὺ μακριά, εἶναι κοπιαστικό, καὶ ἀποτελεῖ ἔργο τῆς ἱστορίας καὶ ὄχι τοῦ ἐγκωμίου. Μὲ τὴν ἐξαίρεση ὅμως νὰ ποῦμε ὅσα θὰ ἔπρεπε, εἶχε εὐγενικὴ καταγωγὴ σὰν ἕνας ἄλλος Ἰώβ, δὲν ἦταν βέβαια βασιλιάς, ὅπως ἐκεῖνος, τῆς Ἀνατολῆς ἢ τῆς Δύσης, γιὰ νὰ μιλήσουμε πιὸ οἰκεία, ἀλλὰ ἦταν ἀνθύπατος τῶν δικῶν μᾶς βασιλιάδων καὶ τῆς συγκλήτου.

4. Πατρίδα του ἦταν ἡ Θεσσαλονίκη, ὁ ἔνδοξος τόπος μας χάρη σ᾿ αὐτὸν τὸν ἴδιο, περισσότερο φημισμένη ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες πόλεις, καὶ ὑπερέχει ἀπὸ ὅλες σὲ ὅλα, γιὰ ὅσα ἐγκωμιάζεται μιὰ πόλη, πολὺ περισσότερο ὅμως γιατὶ ἔχει πολιοῦχο τὸ μάρτυρα. Ἡ στρατιωτική του καριέρα καὶ τὰ ἄλλα, μὲ τὰ ὁποῖα ἐξυμνεῖται ἡ ἐπίγεια φήμη, ὑπῆρξαν σ᾿ αὐτὸν λαμπρὰ καὶ σπουδαία, τοῦ φαίνονταν ὡστόσο ἀσήμαντα μπροστὰ στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν εὐτυχία ποὺ προερχόταν ἀπὸ ἐκεῖ καὶ τὴν αἰώνια δόξα. Γιατὶ μόνο τὸ Χριστὸ ἀγαποῦσε καὶ σεβόταν πάνω ἀπ᾿ ὅλους καὶ τὸν κήρυττε σωστὰ καὶ μὲ σαφήνεια στοὺς συμπατριῶτες του.

5. Ὅπως πάντα καὶ τότε τὸ νυχτερινὸ σκοτάδι τὸ διέλυε ὁ ἥλιος, ἔτσι καὶ τὸ σκοτάδι τῆς ἀσέβειας καὶ τῆς μανίας τῶν εἰδώλων, ποὺ ξερνοῦσε ἀπὸ τὰ μύχια του εἰδωλολάτρη Μαξιμιανοῦ, ποὺ κυβερνοῦσε ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, ὁ Δημήτριος τὸ διέλυε μὲ τὶς ἀστραπὲς τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐπειδὴ σκεφτόταν συνάμα μὲ σοφία καὶ σύνεση, ἀντάλλασσε τὸν πρόσκαιρο καὶ ἄθεο βασιλιὰ μὲ τὸν ἀληθινὸ καὶ αἰώνιο, καὶ γινόταν ἀπὸ ὕπατος ἀπόστολος καὶ ἀπὸ ἰλλούστριος γνώστης τῶν θείων μυστηρίων. Γιατὶ γνώριζε τὸ ἀνώτερο καὶ προοριζόταν μᾶλλον νὰ τὸν ρίξουν στοὺς ναοὺς τοῦ Θεοῦ παρὰ στὰ ἀνάκτορα τῶν ἁμαρτωλῶν βασιλιάδων, ποὺ ἀποπνέουν ἀσέβεια.

6. Αὐτὴ ἡ μεγαλόπολη λοιπὸν τὸν εἶχε ὅπως τώρα δὰ καὶ τότε καὶ ὑπέρλαμπρο ἄστρο τῆς αὐγῆς ποὺ ὑπερεῖχε μὲ τὴν ἀκτινοβολία τῆς εὐσέβειας τοῦ θείου καὶ νοητοῦ ἡλίου καὶ μὲ τὸ φεγγοβόλημα τῆς ψυχῆς, καθόλου κατώτερο ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴ ὀμορφιὰ τοῦ σώματος ποὺ ἦταν στὸ ἄνθος της καὶ ἀκτινοβολοῦσαν ἀπὸ πολὺ μακριά.

7. Καὶ ὁ Μαξιμιανὸς λοιπόν, Ἐρκούλιος στὴ γενιὰ καὶ στὴ συμπεριφορὰ συνάμα, ὁρμᾶ στὴν περιοχὴ τῶν Ἰλλυριῶν σὰν ἀπειλητικὸ σύννεφο, ποὺ φέρνει τὴν καταστροφή· γιατὶ ἦταν ἰσχυρὸς στὴν ἀσέβεια συνάμα καὶ στὴ σκληρότητα, κομπάζοντας καὶ μὲ ἄλλον τρόπο γιὰ τὴν τυραννία του, κυρίως ὅμως καυχιόταν μὲ τὶς νίκες τοῦ κατὰ τῶν Σαυροματῶν καὶ τῶν Γότθων. Μπαίνει λοιπὸν πρῶτα σ᾿ αὐτὴν ἐδῶ τὴν πόλη καὶ παραμένει μὲ ἀλαζονεία καὶ μὲ κακία, δυναμώνοντας συνάμα καὶ κατοχυρώνοντας τὴν ἀσέβεια.

8. Καὶ ὅταν ξεχύθηκε στὴ Δύση σὰν μιὰ ὁμίχλη καὶ ἄγρια θύελλα καὶ αἰγυπτιακὸ σκοτάδι, ποιὸς θὰ μποροῦσε νὰ περιγράφει λοιπὸν ἱκανοποιητικὰ τὶς συμφορὲς καὶ τὸν πόλεμο κατὰ τῶν χριστιανῶν; Ὁ λόγος εἶναι σύντομος καὶ ὁ χρόνος δὲν ἐπαρκεῖ.
Ἐκεῖνοι λοιπὸν ποὺ μιλοῦσαν μὲ τόλμη γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ κατέφευγαν στοὺς ἀγῶνες, πέθαιναν μὲ διάφορα φοβερὰ βασανιστήρια, ὅσοι ὅμως λόγω τῆς ἀσθενικῆς φύσης φοβόντουσαν λίγο ἀκόμη τὴ δοκιμασία, κρύβονταν στὶς σπηλιὲς καὶ τὰ βουνὰ καὶ τὰ ἀνοίγματα τῆς γῆς.
Τότε λοιπὸν ὁ λαμπρὸς λυχνίτης τῆς εὐσέβειας Δημήτριος, ποὺ δὲν κρυβόταν ἔξω καὶ μακριὰ ἀπὸ τὴν πατρίδα του, ἀλλὰ στὸ κέντρο της, γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανεὶς ὅτι ἀποφεύγει τὸ μαρτύριο ἢ ἔχει δισταγμοὺς γιὰ τὸν ἀγώνα ἢ ἀπαρνιέται τοὺς κόπους (μὲ ποιὸν τρόπο ἄλλωστε θὰ ἔκανε αὐτὸ τὸ πράγμα, αὐτὸς ποὺ ἔκανε πολλοὺς μάρτυρες μὲ τὶς σοφές του παραινέσεις), ἀλλὰ γιὰ νὰ ὁδηγήσει περισσότερους στὸ Χριστὸ μὲ τὴ διδασκαλία, διοχέτευε πλούσια σ᾿ αὐτοὺς ποὺ τὸν πλησίαζαν τὸ θεῖο φωτισμό. Δὲν εἶναι δυνατὸν ὅμως νὰ κρυφτεῖ ὁλόκληρο τὸ λυχνάρι κάτω ἀπὸ τὸ μόδι.
Γιατὶ σὲ κάθε μέρος ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν ἀφοσιωθεῖ στὴ μανία τῶν εἰδώλων καὶ ὑπηρετοῦσαν τοὺς κυβερνῆτες τῆς ἀσέβειας, ὠμὰ καὶ χωρὶς ἔλεος γύριζαν παντοῦ καὶ ἔψαχναν τὰ πλήθη τῶν χριστιανῶν, γεμίζοντας χαρὰ μὲ τὸ αἷμα τῶν μαρτύρων καὶ σὰν νὰ χόρταιναν ἀκόμη καὶ μὲ αὐτὸ μιμούμενοι τὴν αἱμοβόρα διάθεση τῶν δαιμόνων, ποὺ λάτρευαν οἱ ἴδιοι.
Великомученик Димитрий Солунский
9. Καὶ γιατὶ πρέπει νὰ ὑπερβοῦμε τὸ λόγο; Σ᾿ αὐτὸν τὸν πανένδοξο Δημήτριο φτάνουν πιὰ μὲ ὁρμὴ σὰν ἄγρια θηρία στὶς ὑπόγειες στοές, ὅπου κρυβόταν, καὶ μὲ μεγάλη χαρά, γιατὶ τάχα πέτυχαν τὸ πιὸ σπουδαῖο θήραμα καὶ ἀπέδωσαν μεγαλύτερη εὐγνωμοσύνη στὸ Μαξιμιανό, ἔσυραν ὀδηγώντας ὡς ὑπεύθυνο τὸν ἀνεύθυνο.

10. Ἀλλὰ αὐτοὶ συνέλαβαν τὸν ἅγιο καὶ πήγαιναν βιαστικὰ μὲ μεγάλη χαρὰ στὸ βέβηλο καὶ ἐκεῖνος ὁ ἀσεβὴς Μαξιμιανὸς ποὺ διασκέδαζε μὲ τὴν εὐμένεια τῶν ὑπηκόων του καὶ ἔκανε διασκέδαση ὁλόκληρη τὴ ζωή του, πήγαινε βιαστικὰ στὸ στάδιο τῆς πόλης, γιὰ νὰ παρακολουθήσει τὰ πένταθλα, τὰ ὁποῖα γνωρίζουν πιὸ πολὺ ἀπὸ τοὺς ἄλλους οἱ ἄνθρωποι τοῦ θεάτρου, καὶ τὰ ὁποῖα μακάρι νὰ μὴν εἶχαν ὀνομασία, οὔτε νὰ ἦταν γνωστά, στὴν πραγματικότητα ὅμως, γιατὶ χαιρόταν μὲ τὶς αἱματοχυσίες καὶ ἱκανοποιοῦνταν μὲ τὸ φόνο τῶν ἀνθρώπων.
Ὑποστήριζε λοιπὸν πολὺ κάποιον Λυαῖο, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὸ ἔθνος τῶν Βανδάλων, ὁ ὁποῖος ὑπερίσχυε ἀπ᾿ ὅλους τους ἄλλους καὶ στὸ μέγεθος καὶ τὴ δύναμη τοῦ σώματος καὶ διέτρεχε μὲ μεγάλη πείρα μέσα ἀπὸ τὶς σανίδες τῶν μαγγάνων, καὶ ὁ ὁποῖος ὅταν συμπλεκόταν μὲ πολλοὺς σὲ ἀγῶνες, πολλοὺς μέσα ἀπὸ τέτοια μονομαχία τοὺς ἔστειλε στὸ θάνατο.
Καθὼς λοιπὸν αὐτὸς πήγαινε μὲ σκοπὸ νὰ παρακολουθήσει τέτοια θεάματα καὶ εἶχε προετοιμαστεῖ ἐντελῶς γιὰ τὸ θέατρο, τὸν συνάντησε ὁ σπουδαῖος Δημήτριος, καθὼς τὸν ὁδηγοῦσαν σ᾿ αὐτόν.

11. Τώρα ὅμως ὁ λόγος γίνεται γεμάτος ἀγωνία, γιατὶ ἔφτασε στὸ σπουδαιότερο μέρος τῶν ἀγώνων τοῦ στεφανωμένου μάρτυρα. Μὲ ποιὸν τρόπο λοιπὸν θὰ περγράψω ἀντάξια εἴτε τὸ θράσος τοῦ τυράννου εἴτε τὴ σταθερότητα τοῦ ἁγίου; Αὐτὸς πήγαινε πάνω στὴν ἅμαξα μὲ μεγάλη ἔπαρση καὶ φούσκωνε σύμφωνα μὲ τὴ συμπεριφορὰ τοῦ Φαραώ, σὰν ἄλλος Αἰγύπτιος, βλασφημώντας τὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ καὶ ἐξαπολύοντας ὑβριστικὰ λόγια κατὰ τοῦ Δημιουργοῦ καὶ ὅσοι προπορεύονταν καὶ τὸν ἀκολουθοῦσαν δυνάμωναν τὸ βόρβορο τῆς θρασύτητας καὶ φούντωναν τὴ φλόγα τῆς ἀλαζονίας.
Καὶ αὐτὸς ὁδηγοῦνταν μὲ χαμηλωμένα μάτια, ὅπως ὁ Χριστός μας στὸ παρελθὸν στὸν Ἡρώδη καὶ τὸν Πιλάτο ἀποστρέφοντας τὸ πρόσωπο νὰ κοιτάξει μὲ ἐκεῖνο τὸ βλέμμα τοῦ μαρτυρίου τὰ πρόσωπα τῶν ἀσεβῶν. Καὶ αὐτὸς ὁ ἴδιος καὶ μὲ τοὺς σωματοφύλακές του ἀπηύθυνε αὐτὲς τὶς ἄθεες καὶ ἀσεβεῖς ἐρωτήσεις, δηλαδὴ ἂν εἶναι χριστιανὸς καὶ ἂν τὸ ἐπιβεβαιώνει ὅτι εἶναι καὶ δὲν ἔχει ἀλλάξει τὸ χαρακτήρα του.
Καὶ αὐτὸς δείχνοντας τὸ πρόσωπο καὶ τὴν ψυχή, γεμάτα χάρη καὶ λαμπρότητα μὲ καθαρὴ καὶ γεμάτη σύνεση φωνή, συντάραξε τὰ αὐτιὰ τοῦ ἀσεβοῦς. Καὶ εἶπε «δὲν ἤθελες ἐσὺ βέβαια, σοφὲ στὰ μάταια καὶ ἰσχυρὲ στὴν ἀσέβεια νὰ εἶμαι καὶ νὰ ὀνομάζομαι χριστιανὸς καὶ νὰ λατρεύω τὸν κτίστη ἀπ᾿ ὅ,τι βέβαια τὴ κτίση, ἀλλὰ μᾶλλον νὰ κάνω μαζὶ μὲ σένα ἀνόητες ἐνέργειες καὶ νὰ προσκυνῶ τὴν ἄψυχη καὶ ἀναίσθητη ὕλη καὶ νὰ βάλω ἐμένα πάνω ἀπ᾿ ὅσα ἔχουν γίνει γιὰ χάρη μου καὶ ὄχι βέβαια τὸ Θεὸ ποὺ δημιούργησε τὰ πάντα ἀπὸ τὸ μηδὲν καὶ τὰ ἔστησε μὲ θαυμαστὸ τρόπο.
Ἀλλὰ ἐγὼ βέβαια δὲν τυφλώνω τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου, καὶ ὅπως ἐσὺ ποὺ εἶσαι μύωπας στὸ θεῖο φῶς ἢ προσπαθεῖς νὰ κλείσεις τὰ μάτια στὴν ἀλήθεια, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐξευμενίζεις ἀποστάτες καὶ ψυχοφθόρους θεοὺς μὲ ξόανα καὶ ἀγάλματα καὶ σπονδὲς καὶ κνίσες καὶ νὰ πηγαίνεις νὰ βγάζεις δόγμα γιὰ τὴ κτίση μπροστὰ στὸ δημιουργό. Μακάρι καὶ σὺ ὁ ἴδιος νὰ ἐπανερχόσουν ἀπὸ τέτοια πλάνη καὶ νὰ μὴν προσπαθοῦσες νὰ κάνεις καὶ πολλοὺς ἄλλους συμμέτοχους στὴν καταστροφή σου. Ἀφοῦ λοιπὸν ἀποκάμεις ἀπὸ τὰ πάντα, πολέμησε μόνο ἐκεῖνο ποὺ μπορεῖς νὰ πολεμήσεις, τὸ σῶμα καὶ πλήγωσέ το καὶ χτύπησέ το μὲ ὁποιοδήποτε χτύπημα θανάτου. Πάλι λοιπὸν αὐτὸ θὰ τὸ λάβω ἄφθαρτο στὴν Ἀνάσταση καὶ θὰ δοξαστῶ αἰωνίως μαζὶ μὲ τὸ Χριστό, γιὰ τὸν ὁποῖο ὑποφέρω προσωρινά. Γιατὶ οὔτε σύ, οὔτε ἄλλος ἄνθρωπος ἔχει ἀποκτήσει τὴν ἐξουσία νὰ τιμωρεῖ τὴ νοερὴ ψυχή, παρὰ μόνο ὁ Θεός».

12. Μπροστὰ λοιπὸν σὲ τέτοια καὶ τόσο μεγάλη τόλμη τοῦ περίφημου καὶ ἐκλεκτοῦ μας ὁ ἀσεβὴς ἀφοῦ ἀπόκαμε μὲ ἔκπληξη καὶ σαστιμάρα καὶ ἀκόμη ἐπειδὴ πήγαινε βιαστικὰ στὸ στάδιο καὶ γιὰ τὰ ἄλλα θεάματα καὶ κυρίως γιὰ τὴ μονομαχία τοῦ Λυαίου, διέταξε τελικὰ νὰ φρουροῦν τὸν ἅγιο κάπου ἐδῶ, στὶς στοὲς κάποιου δημόσιου λουτροῦ κοντὰ στὸ στάδιο. Καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ μάρτυρας συνέτριψε τὰ ψυχοφθόρα βέλη τῶν λόγων τοῦ ἀσεβοῦς, γιατὶ δὲν ταίριαζε νὰ χαρακτηρίσουμε διαφορετικά τα βλάσφημα λόγια του, καὶ πέτυχε τὸν πρῶτο ἄθλο του σύμφωνα μὲ τὸ Χριστὸ καὶ νίκησε δυναμικὰ αὐτὸν ποὺ κυριαρχοῦσε σὲ πολλοὺς μὲ τὴν τυραννία του.

13. Καὶ τὸν ἀθλητὴ λοιπὸν ἀκολούθησε ἡ φυλακὴ καὶ ἀντὶ τοῦ Μαξιμιανοῦ προσπαθοῦσε νὰ τὸν κεντρώσει ἕνας σκορπιός· γιατὶ ὁ ἐχθρός των ἁγίων εἶναι προορισμένος ἀπὸ τὴ φύση του νὰ ἐπιτίθεται σ᾿ αὐτοὺς μὲ ὅλα τα μέσα καὶ νὰ καταντροπιάζεται, γιατὶ νικιέται παντοῦ· μὲ τὸ χέρι λοιπὸν τοῦ μάρτυρα, ποὺ σχημάτισε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ὁ σκορπιὸς φάνηκε καθαρὰ ἀμέσως νεκρὸς καὶ ἀδρανής.

14. Ὁ Μαξιμιανὸς ὅμως κάθισε στὴν πρώτη θέση στὸ στάδιο μαζὶ μὲ τοὺς συνέδρους του καὶ ξεκίνησε νὰ καλεῖ μὲ τοὺς κήρυκες ὅποιους ἤθελαν νὰ μονομαχήσουν μὲ τὸ Λυαῖο· καὶ ἐνῶ ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶχαν φοβηθεῖ τὴ δύναμη καὶ τὸ ψηλὸ ἀνάστημα τοῦ Λυαίου, ἕνας Νέστωρ ἀρκετὰ νέος, χριστιανὸς καὶ στὸ ἦθος καὶ στὴ γενναιότητα καὶ πολὺ πιὸ δυνατὸς στὸ θάρρος καὶ τὴ φρόνηση ἀπὸ τὸ Νέστορα τῆς Πύλου, τρέχει στὸ μάρτυρα, ποὺ βρισκόταν στὴ φυλακή, καὶ τοῦ ἀνακοινώνει τὴν ἀπόφασή του καὶ τοῦ ζητᾶ ἐπίμονα νὰ τὸν βοηθήσει μὲ τὴν προσευχὴ στὴ μονομαχία μὲ τὸν ἐχθρὸ καὶ νὰ καταβάλει τὸ θράσος τοῦ Λυαίου.

15. Πιὸ γρήγορα λοιπὸν ὁ μάρτυρας μὲ τὴν παράκληση στὸ Χριστὸ γιὰ βοήθεια καὶ μὲ τὸ ἐφόδιο τοῦ σταυροῦ προφήτεψε στὸ Νέστορα καὶ τὴ νίκη τοῦ κατὰ τοῦ Λυαίου καὶ τὸ μαρτύριό του γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν ἔστειλε θωρακισμένο στὸ στάδιο.

16. Ἐμφανίζεται λοιπὸν ὁ Νέστωρ μὲ θάρρος στὸ βασιλιά, κάνει φανερὸ τὸ σκοπὸ τῆς παρουσίας του, τὸν εὐσπλαχνίζονται ὅλοι καὶ μόνο γιὰ τὴν τόλμη του, τὸν θαυμάζουν ὁ Μαξιμιανὸς καὶ οἱ σύνεδροί του, τὸν πιέζουν νὰ λάβει χρήματα, ὥστε νὰ ἀπαλλαγεῖ μὲ αὐτὰ ἀπὸ τὸ Λυαῖο καὶ νὰ μὴν ζεῖ μὲ δυσκολία. Ὁ Νέστωρ τοὺς περιγελᾶ ὅλους καὶ τοὺς περιφρονεῖ· δηλώνει φανερὰ ὅτι ἔσπευσε νὰ νικήσει μόνο τὴ θρασύτητα τοῦ Λυαίου· συμπλέκεται μὲ τὸ Λυαῖο, τοῦ δίνει καίριο χτύπημα, σκοτώνει τὸν ἐχθρὸ καὶ τελικὰ ἀφοῦ δήλωσε ὅτι εἶναι χριστιανὸς ἀκολούθησε τὸ δρόμο γιὰ τὸ θάνατο, νίκησε διπλὴ νίκη καὶ κέρδισε διπλὰ ἔπαθλα.

17. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ὅμως ἡ καρδιὰ τοῦ Μαξιμιανοῦ εἶχε γεμίσει μὲ σκοτοδίνη καὶ δὲν μποροῦσε καθόλου νὰ βρεῖ μὲ τί τρόπο θὰ παρηγορηθεῖ γιὰ τὴ συμφορὰ ἀπὸ τὸ θάνατο τοῦ Λυαίου· ἀποδείχτηκε λοιπὸν πιὸ σκληρὸς ἀπέναντι στοὺς χριστιανοὺς ἀπ᾿ ὅ,τι προηγουμένως καὶ βγάζει τὸ πιὸ σκληρὸ διάταγμα νὰ τοὺς ἐξαφανίσει ἀπὸ τὴ γῆ.

18. Καὶ τότε λοιπόν, ὅταν τοῦ θύμισαν γιὰ τὸν καλλίνικο μάρτυρα Δημήτριο, αὐτοὶ ποὺ τὸν κατέτρωγαν μὲ τὰ ἀφανέρωτα σαγόνια τοῦ φθόνου, ὅτι ἀποδείχτηκε κακὸς οἰωνὸς γι᾿ αὐτόν, δίνει διαταγὴ στοὺς σωματοφύλακές του νὰ πᾶνε σ᾿ ἐκεῖνο τὸ μέρος, ὅπου φρουροῦσαν τὸν ἅγιο, καὶ νὰ τὸν κατασφάξουν μὲ τὶς λόγχες καὶ τὶς ρομφαῖες ὅλων καὶ νὰ τὸν θανατώσουν. Μποροῦσε λοιπὸν νὰ ἀντιληφθεῖ κανεὶς ἕνα θόρυβο καὶ μιὰ ἄτακτη προσέλευση σ᾿ αὐτὸ τὸ μέρος ὅλων αὐτῶν ποὺ ἀνταγωνίζονταν, ποιὸς θὰ βυθίσει πρῶτος τὸ ξίφος στὸ μάρτυρα καὶ θὰ προσφέρει τὴν πιὸ μεγάλη χάρη στὸ Μαξιμιανό. Τὰ διάφορα ξίφη λοιπὸν κατευθύνονταν μὲ μιὰ φορὰ στὸ ἴδιο μέρος τοῦ σώματος καὶ προξενοῦσαν στὸν ἀθλητὴ δυνατοὺς καὶ βίαιους πόνους.

19. Ὅμως ἀπέφυγε ἐκεῖνα τὰ ἀσεβῆ χέρια τοῦ Βριάρεως καὶ τὴν ψυχοφθόρα Χάρυβδη ἢ τὴν ἀναρρόφηση τῆς μανίας τῶν εἰδώλων καὶ μπαίνει στὸ οὐράνιο λιμάνι μὲ εὐχαριστήριους ὕμνους καὶ παρουσιάζεται στὸ Χριστό, γιὰ τὸν ὁποῖο σφαγιάστηκε μὲ προθυμία λάμποντας ἀπὸ τοὺς ἱδρῶτες καὶ ἔχοντας λάβει τὴ θεϊκὴ καὶ ἀπρόσιτη κληρονομιὰ μαζὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους καὶ τοὺς προφῆτες καὶ τοὺς μάρτυρες καὶ ὅλους τους ἁγίους ἀπὸ πάντα.
Καὶ τώρα βρίσκεται στοὺς οὐρανοὺς μαζὶ μὲ ὅλους τους ἁγίους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους πῆρε τὰ πιὸ καλὰ ἀπὸ τὸν καθένα καὶ δημιούργησε ἀκριβῶς τὸ πιὸ ὡραῖο εἶδος τῆς ἀρετῆς. Γιατὶ ἄλλου μιμήθηκε τὴ σοφία, ἄλλου τὴ γενναιότητα, ἄλλου τὴν ἐπιείκεια, ἄλλου τὴν πιὸ μεγάλη καρτερικότητα στὸ μαρτύριο, τὰ πάντα ὅσο κανένας, καὶ ἔτσι ὅλα συγκεντρώθηκαν σ᾿ αὐτὸν στὸν ὑπέρτατο βαθμό, ὅσο σὲ κανέναν ἄλλον ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους. Μὲ τὸ νὰ ἐπιτύχει λοιπὸν ὅλα αὐτά σε ὑπερβολικὸ βαθμό, κυριάρχησε σὲ ὅλους ἀσύγκριτα.

20. Ἂν πρέπει ὡστόσο νὰ ἐπιβεβαιώσουμε τὸ λόγο μας, λίγες ρανίδες αἵματος πλημμυρίζουν συνεχὲς μύρο καὶ τὸ θαῦμα ἔχει ξεπεράσει κάθε ἀνθρώπινη λογική. Ἴσως λοιπὸν ὁ Νεῖλος τῆς Αἰγύπτου καὶ ὁ ὠκεανὸς μὲ τὰ βαθιὰ ρεύματα, ἂν ἀντλοῦνταν ἀπὸ τόσους πολλοὺς καὶ κάθε μέρα, θὰ περιορίζονταν σὲ πολὺ μικρὰ ὅρια.

21. Σχετικὰ λοιπὸν μὲ τὰ θαύματα ποὺ ἔγιναν μέχρι τὶς μέρες μας, ἂν προσπαθήσει κανεὶς νὰ τὰ περιγράψει ἀναλυτικά, μοῦ φαίνεται τὸ ἴδιο σὰν νὰ νομίζει κάποιος πὼς ἀπαριθμεῖ τὰ ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ ἢ τὴν ἄμμο τῆς θάλασσας ἢ τῆς βροχῆς τὶς στάλες μὲ τὰ θαύματα τοῦ ἁγίου.
Γιατὶ ποιὸς θὰ μπορέσει μέχρι καὶ σήμερα, ἀπὸ τότε ποὺ ἀγωνίστηκε μὲ πάθος γιὰ τὸ Χριστό, νὰ περιγράψει τὸ πλῆθος τῶν θαυμάτων του, ποὺ ἔγιναν παντοῦ καὶ στὴν πόλη του καὶ στὰ περισσότερα καὶ διάφορα μέρη τοῦ κόσμου σὲ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, ἐκεῖνα ποὺ ἀποτρέπουν τοὺς ἐχθρούς, ὅταν βρίσκεται μπροστὰ ἀπὸ τοὺς πιστοὺς στὴ μάχη καὶ στὸν κίνδυνο, ἐκεῖνα ποὺ διαλύουν τὴ μεγάλη πείνα καὶ τὶς μεταδοτικὲς καὶ διάφορες ἄλλες ἀρρώστιες σὲ διαφορετικὲς ἐποχὲς καὶ μὲ διαφορετικοὺς τρόπους, ὅταν συμφωνεῖ μὲ συμπάθεια στὰ αἰτήματα, αὐτῶν ποὺ ζητοῦν, καὶ ὅσα θαύματα ἔγιναν στὴ θάλασσα καὶ ὅσα ἔγιναν σὲ ὅλους καὶ στὸν καθένα χωριστά, ὅταν συμπαραστέκεται καὶ προασπίζει αὐτοὺς ποῦ τὸν παρακαλοῦν;
Ἀκόμη λοιπὸν καὶ ἂν εἶχα, σύμφωνα μὲ τὴν ποίηση, δέκα γλῶσσες καὶ δέκα στόματα, ἐγὼ βέβαια θὰ πρόσθετα καὶ ἄλλα τόσα χέρια, δὲν θὰ κατόρθωνα οὔτε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ λέω καὶ νὰ περιγράφω ἀκριβῶς τὶς θαυματουργικὲς ἱκανότητες τοῦ θαυματουργοῦ Δημητρίου.

22. Εἶναι καλύτερα ὅμως νὰ λέμε ἐκεῖνο τὸ λόγο, ὅτι δηλαδὴ ὁ Κύριος θὰ πραγματοποιήσει τὸ θέλημα αὐτῶν ποὺ τὸν σέβονται· καὶ στοὺς ἁγίους του στὴ γῆ ἔκανε θαυμαστὰ ὅλα τα θελήματά του μὲ αὐτούς. Τί καλὸ περιεχόμενο καὶ πραμάτεια εἶχε ἐκεῖνος, τί ἄθληση καὶ τί σύνεση! Μὲ λίγο αἷμα πῆρε ὡς ἀντάλλαγμα τὴν οὐράνια βασιλεία, μὲ τοὺς πρόσκαιρους πόνους, τὴν ἀπέραντη εὐφροσύνη καὶ μὲ τὴν πολὺ σύντομη ζωὴ τοῦ τὴ μακραίωνη καὶ ἀτελεύτητη ζωή.

23. Ἂς μιμηθοῦμε λοιπὸν μὲ ζέση τὸ Δημήτριο κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, ὅσοι συγκεντρωθήκαμε καὶ τιμοῦμε τοὺς ἄθλους του καὶ πανηγυρίζουμε γι᾿ αὐτοὺς μὲ λαμπρὸ τρόπο. Ἂς σπεύσουμε καὶ στὴ θεωρία καὶ στὴν πράξη, ἀκόμη καὶ ἂν δὲν κερδίσουμε τὴν ἴδια δόξα μὲ ἐκεῖνον, εἶναι βέβαια ὑπερβολικὸ νὰ ποῦμε αὐτὸ τὸ πράγμα, ἀλλὰ τουλάχιστον μικρότερη. Ἂν ὅμως δὲν κερδίσουμε οὔτε αὐτή, γιατὶ καὶ αὐτὸ μας εἶναι ἀρκετὸ λόγω τῆς νωθρότητας ποὺ ἔχουμε, τουλάχιστον, ἐπειδὴ νομίζουμε ὅτι πανηγυρίζουμε ἀντάξια καὶ θεάρεστα γιὰ ὅσα ὁ Θεὸς χαίρεται μαζὶ μὲ τὸ μάρτυρα καὶ ὅτι ἑορτάζουμε μὲ θεϊκὸ τρόπο, νὰ μὴν ἐπιθυμοῦμε περισσότερο τὶς ἡδονὲς χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουμε καὶ νὰ χαριζόμαστε πιὸ πολὺ στοὺς δαίμονες καὶ νὰ πάθουμε τὸ ἴδιο πράγμα μὲ αὐτοὺς ποὺ κινδυνεύουν στὸ λιμάνι καὶ προσβάλλονται ἀπὸ ἀθεράπευτες ἀσθένειες στὸ ἰατρεῖο.

24. Ἔχουμε συνεργὸ τὸ Θεὸ γιὰ τὶς καλὲς πράξεις, μὲ τὶς προσευχὲς τῆς Θεοτόκου, τῶν ἐπουράνιων τάξεων, τῶν ἀποστόλων καὶ τῶν προφητῶν καὶ τῶν μαρτύρων καὶ τῶν αἰώνια ἁγίων, καὶ αὐτὸν ποὺ τώρα τελοῦμε τὴ μνήμη του νὰ ἱκετεύει συνέχεια γιὰ χάρη μας. Χαίρεται ὁ κόσμος τῶν ἁγίων μὲ κάθε τρόπο καὶ σὲ κάθε ἐποχὴ ἀπὸ κάθε ἡλικία καὶ τάξη, γιατὶ βλέπουν τὸ πλῆθος τους νὰ δυναμώνει καὶ νὰ αὐξάνεται, σὰν νὰ καταλαβαίνουν ὅτι ἡ πολυπληθὴς μερίδα ποὺ βρίσκεται ἀριστερὰ τοῦ Θεοῦ πάλι εἶναι σκυθρωπή.

25. Ὅμως, Δημήτριε, κόσμημα καὶ ὀμορφιὰ τῶν ἀθλητῶν, ξαναγυρίζω σὲ σένα πιὰ καὶ στρέφω τὸ λόγο πρὸς τὰ ἐπάνω, γιατὶ ἔχω λυγίσει περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀπὸ τὴν ἀγάπη μου γιὰ σένα καὶ ἐπιθυμῶ πιὸ πολὺ νὰ ἀναπνέω ἐσένα παρὰ τὰ εὐωδιαστὰ ἀρώματα, εὐσεβὲς καὶ εὐγενέστατο βλάστημα ἀπὸ εὐσεβῆ καὶ εὐγενικὴ ρίζα, κατάφορτο ἀπὸ τοὺς καρποὺς τῶν ἀρετῶν καὶ τῆς ἄθλησης, λαμπρὲ καὶ στὰ δύο καὶ ἐνδοξότατε σὲ ὅλα καὶ ὁλόφωτη λαμπάδα τῶν χριστιανῶν, καταστροφὴ τῆς ἀσέβειας καὶ τοῦ Μαξιμιανοῦ, δάσκαλε καὶ σύμμαχε τοῦ Νέστορα καὶ πρόξενε τῆς ἄθλησης καὶ ἰσχυρότατε καταστροφέα τῆς ἀλαζονείας τοῦ Λυαίου, σὺ ποὺ ἀπεικόνισες τὸ πάθος τοῦ Δεσπότη καὶ πληγώθηκες μὲ τὶς λόγχες στὴν πλευρά, ὅπως ἐκεῖνος καὶ γιὰ τὸ αἷμα ποὺ ἔχυσες τότε ἀναβλύζεις τώρα σὰν κρουνὸς τὸ εὐωδέστατο καὶ ἰαματικὸ μύρο, σὺ ποὺ περιπολεῖς μὲ τὸ πνεῦμα σου τοὺς οὐρανοὺς μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ παρευρίσκεσαι μαζί τους στὸν ἀκλόνητο θρόνο τοῦ Θεοῦ, καὶ χάρισες σὲ μᾶς καὶ τὴν πόλη σου τὸ μαρτυρικότατο σῶμα σου σὰν ἀκένωτο θησαυρό, τὸ ἀνυπολόγιστο πέλαγος τῶν ἄπειρων καὶ πιὸ μεγάλων θαυμάτων, σὺ ποὺ μοίρασες σωστὰ τὸν ἑαυτό σου στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανὸ καὶ καθόλου δὲν ἀπουσιάζεις, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ πάνω ἐποπτεύεις καὶ κάτω φροντίζεις τὴν πόλη σου, φιλοπόλι καὶ φιλάνθρωπε ποὺ ἐπαναφέρεις σύντομα τὴ συμπάθεια τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὑποχωρεῖ μερικὲς φορὲς ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτημάτων μας, εἴθε νὰ δέχεσαι τοὺς λόγους καὶ τοὺς ἐπαίνους μας ποὺ προσφέρονται στὴ λαμπρὴ μνήμη τῶν ἀγώνων σου, ὅπως ὁ ἀθλοθέτης Χριστὸς ἔπλεξε τὸν ἔπαινο τῶν νηπίων, καὶ ἂν δὲν φτάνουν τὴ δική σου ἀξία, ὅμως δὲν ὑστεροῦν στὴν ἀγαθή μας πρόθεση· ρίξε ἕνα βλέμμα λοιπὸν ἀπὸ τὸν οὐρανό, κατέβα γιὰ λίγο ἐδῶ μαζί μας καὶ δὲς τὴν ἀγάπη τῆς πόλης σου γιὰ σένα, παρατήρησε τὶς μελωδίες τῶν συγκεντρωμένων, τὸ ἱερότατο ποίμνιό σου νὰ συμμετέχει στὸ πνευματικὸ συμπόσιο μαζὶ μὲ τὸν ἱεράρχη στὴ μνήμη σου, ὁλόκληρο τὸ ναό σου νὰ φωτίζει ὅλους τους παρόντες ἀπὸ τὴν ἄφθονη φωτοχυσία, τὴν εὐωδιὰ ἀπὸ τὰ θυμιάματα νὰ γεμίζει τὸν ἀέρα καὶ κάθε ἡλικία καὶ τάξη νὰ ἐπικροτοῦν μὲ μεγάλη χαρὰ τοὺς ἄθλους σου. Σχεδὸν σήμερα ἡ γῆ μιμεῖται τὸν οὐρανὸ καὶ ἡ ἁπλωμένη λαμπρότητα στὸ ναὸ τοῦ καλλίνικου σώματός σου κάνει ὁλοφάνερη τὴν ἐκεῖ λάμψη τοῦ φωτὸς ποὺ προστίθεται σὲ σένα ἀπὸ τὸ Θεό.

26. Εἴθε νὰ ἀνταμείβεις ἐπάξια ὅλους, μοιράζοντας τὶς προσφορές σου καθημερινὰ στὸν καθένα. Πρῶτα στεφάνωσε τοὺς πιστοὺς βασιλιάδες μας μὲ νίκες· γιατὶ καὶ οἱ ἴδιοι ἐπίσης τιμοῦν ξεχωριστὰ τὴν πανηγυρική σου ἑορτή. Ὑπόταξε στὰ πόδια τους τὰ στρατεύματα τῶν ἐχθρικῶν ἐθνοτήτων, παράτεινε εἰρηνικὰ τὴν ὑπόλοιπη ζωή τους, ἐνισχύοντάς τους μὲ τὴν ὀρθοδοξία, καὶ ρυθμίζοντάς την μὲ τὴ σωστὴ διοίκηση.

27. Ἀπομάκρυνε τὰ σκάνδαλα τῶν Ἐκκλησιῶν, συμμάχησε μὲ τὸ στρατὸ ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν, δίνε συνεχῶς τὴ χάρη σου, ποὺ βοηθᾶ μὲ κάθε τρόπο, στὸν ποιμένα καὶ ἱεράρχη τῆς πατρίδας σου, ἐποπτεύοντας μαζὶ μὲ τὸν ἱεράρχη, βοηθώντας τὸ ποίμνιο νὰ εἶναι σὲ ἐπαγρύπνηση καὶ νὰ τὸν σέβεται, προετοιμάζοντας τὸν νὰ διδάσκει τὸ ποίμνιο μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ τὸ ἀποδείξει πιὸ δυνατὸ ἀπὸ τοὺς λύκους ποὺ καταστρέφουν τὴν ψυχή, καὶ νὰ τὸ ὁδηγήσει στὴν οὐράνια μάνδρα. Παρηγόρησε ὅσους βρίσκονται σὲ στενοχώριες, βοηθώντας ἀνάλογα πλούσιους καὶ φτωχούς, κάνοντας συνετοὺς καὶ τοὺς γέρους καὶ τοὺς νέους στὰ καθήκοντά τους, ἀξιώνοντας κάθε ἡλικία μὲ πολὺ μεγάλη φροντίδα γιὰ τὴ δωρεὰ τῶν χαρίτων σου.

28. Γιὰ ὅλα αὐτά, εἴθε νὰ μᾶς χαρίσεις τὴ νίκη κατὰ τῶν δαιμόνων καὶ τῶν παθῶν καὶ ὅταν λίγο ἀργότερα ἀποδημήσουμε ἐκεῖ νὰ μᾶς κάνεις δεξιοὺς παραστάτες τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ μὲ τὶς παρακλήσεις σου, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ θὰ συμμετέχουμε σὰν ἀσήμαντοι δοῦλοι σου στὴν αἰώνια καὶ θεία λαμπρότητα, μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔχει τὴ δόξα καὶ τὴ δύναμη στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.